Πάνω από το 90% των παγκόσμιων δημόσιων επενδυτών εφαρμόζουν ήδη ή βρίσκονται στη διαδικασία ανάπτυξης επενδυτικών τακτικών με συγκεκριμένους παράγοντες ESG (Environmental, Social, Governance), σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη από την BNY Mellon και το Official Monetary and Financial Institutions Forum (OMFIF). Ωστόσο, όσο κι αν παρακινούνται από την προοπτική περισσότερων επιστροφών που υπόσχονται τα κριτήρια ESG, οι επενδυτές εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σημαντικά εμπόδια στην εφαρμογή τους, συμπεριλαμβανομένων των ανεπαρκών δεδομένων και της δυσκολίας υπολογισμού της επίδρασης και της μη οικονομικής φύσεως απόδοσης των στρατηγικών για ESG επενδύσεις. Ακόμη, το 51% των παγκόσμιων δημόσιων επενδυτών αναφέρει ότι τα ανεπαρκή δεδομένα αποτελούν εμπόδιο στην εφαρμογή ή στη γενικότερη ενσωμάτωση παραγόντων ESG στην εταιρεία τους.
Πάντως το 76% των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην Ευρώπη δηλώνει σε έρευνα που εκπονήθηκε το 2018 από το Bloomberg με τίτλο «Έρευνα βιώσιμης επιχείρησης και χρηματοδότησης» (Bloomberg Sustainable Business & Finance Survey), ότι οι επιδόσεις σε θέματα βιωσιμότητας θα αποτελούν στο μέλλον σημαντικό κριτήριο στις αποφάσεις που θα λαμβάνουν οι επενδυτές. Την ίδια στιγμή το 77% των παγκόσμιων δημόσιων επενδυτών εφαρμόζουν κριτήρια ESG στις διαδικασίες επενδύσεων, ενώ το 42% των παγκόσμιων δημόσιων επενδυτών αναφέρουν ότι εφαρμόζουν την πλέον δημοφιλή μέθοδο του negative screening στη διαδικασία επένδυσης ESG.
Όπως έχει πει η οικονομολόγος και υπεύθυνη έρευνας στο OMFIF, Δανάη Κυριακοπούλου: «Η πανδημία έχει αποκαλύψει την ευπάθεια των οικονομικών συστημάτων σε μη οικονομικής φύσεως παγκόσμια ρίσκα. Η βιωσιμότητα θα αποτελέσει βασικό θέμα τώρα που η στρατηγική εστιάζει περισσότερο στο σχεδιασμό της ανάκαμψης».
Τι είναι το ESG;
Ο όρος «ESG» αναφέρεται σε θέματα περιβάλλοντος, κοινωνίας και εταιρικής διακυβέρνησης, που μπορούν να επηρεάσουν την ικανότητα μιας εταιρείας να παράγει αξία μακροπρόθεσμα. Σε εταιρικό πλαίσιο, αναφέρεται στην ενσωμάτωση μη χρηματοοικονομικών παραγόντων στην επιχειρηματική στρατηγική και τη λήψη αποφάσεων. Πρόκειται για τα κριτήρια που σχετίζονται με τις περιβαλλοντικές και κοινωνικές επιδόσεις των εταιρειών, καθώς και τις επιδόσεις στην εταιρική διακυβέρνηση και τις βοηθούν να δημοσιοποιούν σημαντικές και χρήσιμες πληροφορίες για λήψη αποφάσεων από τους επενδυτές και τις τράπεζες. Οι επιχειρήσεις που ενσωματώνουν τέτοια κριτήρια στη στρατηγική βιώσιμης ανάπτυξης, επιδεικνύουν μεγαλύτερη διαφάνεια και γίνονται πιο «ελκυστικές» για επενδυτές και λαμβάνουν πιο εύκολα χρηματοδότηση από τράπεζες , καθώς αποδεικνύουν με αυτό τον τρόπο τη βιώσιμη στρατηγική τους. Και για του λόγου το αληθές νέα επενδυτικά funds στοχεύουν αποκλειστικά σε εταιρείες που υιοθετούν πρακτικές ESG, με την Bank of America να εκτιμά πως τα ποσά που θα επενδυθούν σε ESG funds τα επόμενα 20 χρόνια θα ανέλθουν σε 15-20 τρισ. δολάρια. Μάλιστα, σύμφωνα με τη Morgan Stanley, ήδη 1 στα 4 δολάρια ΗΠΑ πηγαίνουν σε επενδύσεις που έχουν σχέση με τη βιωσιμότητα, με την τάση ολοένα να αυξάνεται. Προς το παρόν, η Ελλάδα υπολείπεται στην επίτευξη των ποσοτικών στόχων που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς βρίσκεται κάτω από το μέσο όρο των ευρωπαϊκών χωρών.
Πόλος έλξης για τους επενδυτές
Ο νέος νόμος εταιρικής διακυβέρνησης (Ν. 4706/2020) υποχρεώνει τους θεσμικούς επενδυτές να παρακολουθούν τις επιδόσεις των εταιρειών του χαρτοφυλακίου τους σε θέματα ΕSG. Και οι εταιρείες καλούνται να δημοσιοποιούν τις επιδόσεις τους σε θέματα ESG. Το Χρηματιστήριο Αθηνών έχει δημοσιοποιήσει σχετικό οδηγό, στον οποίο σημειώνει πως οι επενδυτές χρησιμοποιούν τις πληροφορίες ESG προκειμένου να καθορίσουν πόσο ανθεκτική και έτοιμη είναι μια εταιρεία να διαχειρίζεται τις αλλαγές στο περιβάλλον που δραστηριοποιείται. Βασικό κριτήριο για την επιτυχή δημοσιοποίηση πληροφοριών ESG είναι ο καθορισμός των παραγόντων που συνδέονται με την ικανότητα μιας επιχείρησης να δημιουργεί αξία και είναι, επομένως, ουσιαστικοί για την επιχείρηση και τους μετόχους της. Οι εταιρείες πρέπει να εντοπίζουν, να ιεραρχούν και να δημοσιοποιούν τα θέματα ESG που είναι περισσότερο ουσιαστικά για τη λειτουργία τους, καθώς και να εξηγούν τον τρόπο με τον οποίο τα θέματα αυτά επηρεάζουν την εταιρική τους επίδοση και την ικανότητά τους να εφαρμόζουν αποτελεσματικά τη στρατηγική τους.
Άλλωστε, τα δεδομένα ESG που δημοσιοποιούν οι εταιρείες παρέχουν στους επενδυτές σημαντικές πληροφορίες για τις δραστηριότητες, την ανταγωνιστική θέση και τη μακροπρόθεσμη στρατηγική τους. Η αυξανόμενη αποδοχή του σύμφωνου «PRI Initiative (Principles for Responsible Investment)», που το 2018 έλαβε πάνω από 1.900 υπογραφές, αντιπροσωπεύοντας το υπό διαχείριση επενδυτικό ενεργητικό ύψους άνω των 81 τρισεκατ. δολαρίων, επιβεβαιώνει την υποστήριξη της βιώσιμης ανάπτυξης από την πλευρά των επενδυτών, οι οποίοι ενσωματώνουν στις αναλύσεις τους ολοένα και περισσότερες πληροφορίες που αφορούν στη διαχείριση και στην επίδοση των εταιρειών σε θέματα ESG. Η ύπαρξη αξιόπιστων και συγκρίσιμων πληροφοριών για ουσιαστικά ζητήματα ESG μπορεί να βοηθήσει τους επενδυτές να διαμορφώσουν μια πλήρη εικόνα της εταιρικής επίδοσης και των προοπτικών της, της έκθεσης μιας εταιρείας σε κινδύνους και της αποτελεσματικότητάς της στον εντοπισμό και την αξιοποίηση επιχειρηματικών ευκαιριών.
Μια βασική πρόκληση που παραμένει είναι η έλλειψη τυποποίησης όσον αφορά στη μέτρηση και τη δημοσιοποίηση πληροφοριών ESG. Προκειμένου να ανταποκριθούν σε αυτή τη ζήτηση για στοιχεία ESG, οι εταιρείες χρειάζεται να κατανοήσουν το είδος των μη χρηματοοικονομικών πληροφοριών που είναι ουσιαστικές για τις κεφαλαιαγορές και να δημοσιοποιούν με αποτελεσματικό τρόπο συγκρίσιμα δεδομένα για θέματα που επηρεάζουν τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες και σχετίζονται άμεσα με την ικανότητά τους να παράγουν αξία μακροπρόθεσμα.
Οι εξελίξεις στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα οι επιχειρήσεις, έχουν πολύ δρόμο ακόμα να διανύσουν για την ώριμη και σε βάθος ενασχόλησή τους με πρακτικές βιώσιμης ανάπτυξης, όπως προκύπτει από την ετήσια έρευνα του Κέντρου Αειφορίας (CSE). Συγκεκριμένα, πολύ λίγες επιχειρήσεις και οργανισμοί είναι ενταγμένοι στα κριτήρια ESG (περιβαλλοντικά (Environmental), κοινωνικά (Social) και εταιρικής διακυβέρνησης (Governance), που μπορούν να ενισχύσουν τη διαφάνεια και να προσελκύσουν υπεύθυνες επενδύσεις προς όφελος όχι μόνο της επιχείρησης, αλλά συνολικά της ελληνικής οικονομίας και της κοινωνίας.
Όπως είπε πρόσφατα ο Προϊστάμενος του Οικονομικού Γραφείου του Πρωθυπουργού, Αλέξης Πατέλης στη συζήτηση που διοργάνωσε το Forum των Δελφών για θέματα περιβάλλοντος, κοινωνίας και εταιρικής διακυβέρνησης, ο ιδιωτικός τομέας στην Ελλάδα έχει μείνει πίσω και πρέπει να κάνει σημαντικά βήματα εκσυγχρονισμού σε θέματα ESG. Για παράδειγμα πρόσφατη έρευνα του περιοδικού Fortune βρήκε ότι το 44% των εισηγμένων εταιρειών έχουν οικογενειακό χαρακτήρα, με δύο τουλάχιστον μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου συνδεδεμένα με τον βασικό μέτοχο, ενώ λείπουν ακόμα αρκετά ανεξάρτητα μη εκτελεστικά μέλη. Ενώ με βάση τον ν. 4706/2020 για την εταιρική διακυβέρνηση, η ίδια αυτή έρευνα κατέληξε ότι απαιτείται να οριστούν τουλάχιστον 92 γυναίκες ακόμη στα διοικητικά συμβούλια για να φτάσουμε στο κατώφλι που ο νέος νόμος θέτει. Όπως σημείωσε δε «το ESG είναι προς το συμφέρον των επιχειρήσεων».
Και αυτές τις διαπιστώσεις δεν της έχει κάνει μόνο ο κ. Πατέλης. Η τελευταία έρευνα του Κέντρου Αειφορίας (CSE) που υλοποιείται από το Παρατηρητήριο Εκθέσεων Βιώσιμης Ανάπτυξης από το 2012 ετησίως με την υποστήριξη του Ινστιτούτου Εταιρικής Ευθύνης (CRI) επικεντρώθηκε στην ανάλυση εισηγμένων εταιρειών με παρουσία σε διεθνή ESG Ratings, που στο σύνολό τους απασχολούν περισσότερους από 136 χιλιάδες εργαζόμενους, ενώ ο κύκλος εργασιών τους ξεπερνά τα 48 δισ. ευρώ. Οι εταιρείες αυτές ανήκουν σε ένα μεγάλο εύρος κλάδων, όπως για παράδειγμα τρόφιμα και ποτά, τηλεπικοινωνίες, λιανεμπόριο, χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, κατασκευές, ναυτιλία, ενέργεια και τεχνολογία.
Η συντριπτική πλειονότητα των εισηγμένων εταιρειών δεν αξιολογούνται από διεθνή ESG Ratings και οι επενδυτές δεν έχουν πρόσβαση σε σημαντική πληροφόρηση σχετικά με τις επιδόσεις τους. Από τις λίγες εταιρείες που αξιολογούνται, η έρευνα διαπίστωσε ότι το 77% έχει εκδώσει έκθεση βιώσιμης ανάπτυξης με χρήση συγκεκριμένων προτύπων. Ωστόσο, οι επιδόσεις των εταιρειών αυτών στα ESG Ratings κινήθηκαν στο εύρος 20%- 98%, με το μέσο όρο να βρίσκεται γύρω στο 70%.
Σύμφωνα με την έρευνα, οι περισσότερες εταιρείες (71%) συμμετέχουν στο Carbon Disclosure Project (CDP), ένα πολύ αξιόπιστο διεθνές εργαλείο αξιολόγησης σχετικά με περιβαλλοντικά θέματα, αν και με χαμηλές βαθμολογίες, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι το υψηλότερο σκορ παρουσίασε η Coca-Cola HBC. Επίσης, λίγες εταιρείες (30%) έχουν λάβει υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές της Task Force για τη δημοσιοποίηση οικονομικών στοιχείων σχετιζόμενων με το κλίμα (TCFD), από τις οποίες όμως μόνο μια έχει συντάξει έκθεση σχετικά με τις συστάσεις TCFD.
Ένα ελάχιστο ποσοστό (12%) των εταιρειών έχει εντάξει τα πρότυπα του Sustainability Accounting Standards Board (SASB) στις εκθέσεις που εκπονεί. Σημαντική είναι η επιβεβαίωση, για άλλη μια φορά, και στην Ελλάδα ότι υπάρχει σύνδεση των καλύτερων οικονομικών επιδόσεων των επιχειρήσεων με υψηλές επιδόσεις στην εταιρική υπευθυνότητα και βιώσιμη ανάπτυξη, όπως έχει συμβεί και με άλλες σχετικές έρευνες στο εξωτερικό.
Μείωση κόστους και περιορισμός των κινδύνων
Σύμφωνα με το Global Sustainable Investment Review 2018 του Global Sustainable Investment Alliance, τα κεφάλαια που βρίσκονται υπό διαχείριση παγκοσμίως και που αφορούν στις λεγόμενες βιώσιμες, υπεύθυνες ή ηθικές επενδύσεις, αυξήθηκαν κατά 34% μέσα σε δύο χρόνια. Η τάση δείχνει ότι υπάρχει σημαντική μετατόπιση του ενδιαφέροντος των επενδυτών σε κοινωνικά υπεύθυνες εταιρείες, καθώς αναγνωρίζεται ότι έχουν χαμηλότερη έκθεση σε κινδύνους και ταυτόχρονα καλύτερες προοπτικές ανάπτυξης.
Σύμφωνα με την Grant Thornton oι εσωτερικές διαδικασίες γίνονται περισσότερο αποτελεσματικές, αξιοποιώντας αποδοτικά λιγότερους πόρους και ενέργεια, ενώ ταυτόχρονα αυξάνεται η παραγωγικότητα. Επιπλέον, μειώνεται ο κίνδυνος κυρώσεων ή προστίμων για περιβαλλοντικά θέματα, θέματα ανθρωπίνων ή εργασιακών δικαιωμάτων.
Σε ότι αφορά την αύξηση των πωλήσεων, οι καταναλωτές δείχνουν ολοένα και περισσότερο το ενδιαφέρον τους για τον τρόπο που αντιμετωπίζουν οι εταιρείες τα συγκεκριμένα θέματα. Σύμφωνα με έρευνα των GlobeScan Radar/BBMG, το 52% των ερωτηθέντων απάντησαν πως έχουν ήδη «τιμωρήσει» κάποια εταιρεία η οποία δρούσε ανεύθυνα απέναντι στο περιβάλλον ή την κοινωνία. Είναι σημαντικό, λοιπόν, να επικοινωνούνται οι στρατηγικές Εταιρικής Υπευθυνότητας.
Σχετικά με την εταιρική κουλτούρα αναπροσαρμόζεται και διαχέεται σε ολόκληρο τον οργανισμό, βελτιώνοντας τα επίπεδα δέσμευσης των εργαζομένων. Ταυτόχρονα, δημιουργούνται νέα κανάλια επικοινωνίας με τους πελάτες, τους προμηθευτές και την ευρύτερη κοινωνία με στόχο την αποτελεσματική ανταπόκριση στις ανάγκες και προσδοκίες τους.
Διασφάλιση επιχειρηματικής επιτυχίας
Σύμφωνα με την Grant Thornton, ο οργανισμός θέτει μία βιώσιμη βάση για μακροπρόθεσμη οικονομική επιτυχία, ενισχύοντας έμπρακτα τη συμβολή του σε περιβαλλοντικά και κοινωνικά ζητήματα. Η εταιρική φήμη αυξάνεται και δίνεται στον οργανισμό ένα επιπλέον ανταγωνιστικό προβάδισμα. Σχετικά με την περιβαλλοντική φροντίδα, ο τομέας αυτός ξεφεύγει από το να αισθανόμαστε απλώς «καλά» για το περιβάλλον. Ανάμεσα στα πολλά οφέλη είναι η μείωση του κόστους, ιδίως όσον αφορά στην κατανάλωση ενέργειας, η αύξηση της αναγνώρισης της εταιρείας για τις φιλικές προς το περιβάλλον προσπάθειες της, κάτι που βοηθάει το brand της, αλλά και η απόκτηση προβαδίσματος έναντι του ανταγωνισμού, οδηγώντας στην προσέλκυση νέων πελατών που αναζητούν προϊόντα και υπηρεσίες από εταιρείες φιλικές προς το περιβάλλον.
Οι επιχειρήσεις που δεσμεύονται σε αρχές και στρατηγικές βιώσιμης ανάπτυξης ενισχύουν:
- Το ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα
- Την εικόνα του brand τους
- Τις αμφίδρομα επωφελείς σχέσεις με τους συμμετόχους
- Τη δέσμευση των εργαζομένων
- Την αξία που παράγεται και διανέμεται σε όλους τους συμμετόχους
- Τη νομοθετική συμμόρφωση
- Τη διαφάνεια
Οι επιχειρήσεις που δεσμεύονται σε αρχές και στρατηγικές βιώσιμης ανάπτυξης περιορίζουν:
- Τους περιβαλλοντικούς κινδύνους
- Τους κοινωνικούς κινδύνους
- Τα λειτουργικά κόστη
- Τους κινδύνους που συνδέονται με την Υγεία και Ασφάλεια στην εργασία
- Τις αποκλίσεις τους από τη νομοθεσία σε κάθε πυλώνα Εταιρικής Υπευθυνότητας
- Τους κινδύνους της εφοδιαστικής αλυσίδας
- Τους κινδύνους διακυβέρνησης
Επενδυτική φιλοσοφία ESG
Η υιοθέτηση κριτηρίων ESG στην επενδυτική διαδικασία και την επιλογή επενδυτικών τοποθετήσεων αποτελεί διεθνώς μια ταχέως ανερχόμενη τάση, (όπως αποδεικνύεται από τις έρευνες του Global Sustainable Investment Alliance), τόσο από την πλευρά των επενδυτών, όσο και από την πλευρά των Διαχειριστών Κεφαλαίων. Οι επενδύσεις με ESG (Environment, Social, Governance) προσέγγιση έχουν διττή σημασία, καθώς ενώ δίνουν τη δυνατότητα αξιοποίησης επενδυτικών ευκαιριών, παράλληλα επιτρέπουν να συμβάλουμε στη βιώσιμη ανάπτυξη και την ευαισθητοποίηση σχετικά με τους βασικούς τομείς που την επηρεάζουν.
Η επενδυτική φιλοσοφία ESG υιοθετείται τόσο από τους επενδυτές που επιθυμούν να συμβάλλουν στη βιώσιμη ανάπτυξη με την επενδυτική τους συμπεριφορά όσο και από τους Διαχειριστές Κεφαλαίων, οι οποίοι επιλέγουν επενδυτικά οχήματα που επίσης συμβάλλουν στη βιωσιμότητα.
Συγκεκριμένα, οι Διαχειριστές Κεφαλαίων επενδύουν σε οργανισμούς που επιδεικνύουν σαφή προσανατολισμό προς τρεις κατευθύνσεις:
- Σεβασμός στο Περιβάλλον – Κλιματική αλλαγή, εκλύσεις CO2, μόλυνση αέρα/νερού, ενεργειακή αποδοτικότητα κ.τ.λ.
- Ζητήματα κοινωνικού χαρακτήρα – Εργασιακά και Ανθρώπινα δικαιώματα, υγεία και ασφάλιση, ισότητα των φύλων κ.τ.λ.
- Ορθή Εταιρική Διακυβέρνηση – Αποζημιώσεις και απολαβές διοικητικών στελεχών, επιχειρηματική ηθική, διαφάνεια, διαφθορά, λογοδοσία, κ.τ.λ.
Συμπερασματικά, οι επενδυτές θέτουν πλέον ένα διαφορετικό ερώτημα: όχι εάν μια εταιρεία έχει καλές προθέσεις, αλλά εάν έχει το στρατηγικό όραμα και τις δυνατότητες να επιτύχει και να διατηρήσει μια ισχυρή απόδοση ESG. Αυτό σημαίνει ότι οι εταιρείες πρέπει να ξεκινήσουν τη μέτρηση και την αναφορά των αποτελεσμάτων των πρωτοβουλιών τους. Αντί να κοινοποιούν τις πολιτικές τους για τη βελτίωση της ιδιωτικής ζωής των δεδομένων, τη διαχείριση των υδάτων, τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, την ποικιλομορφία και άλλα ζητήματα, πρέπει να να αρχίσουν να κοινοποιούν μετρήσεις αποτελεσμάτων, όπως τα λίτρα νερού που καταναλώνονται ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος, την εξοικονόμηση εκπομπών άνθρακα, και το ποσοστό γυναικών και ατόμων χρώματος που προωθούνται εσωτερικά σε διοικητικές θέσεις.
Η μετάβαση από την πρόθεση στα αποτελέσματα είναι η επόμενη εξέλιξη που αναζητούν οι επενδυτές. Ο μόνος τρόπος για να ξεπεράσουμε αυτήν τη νέα εποχή θα είναι οι εταιρείες να θέσουν τα σημαντικά ζητήματα ESG κεντρικά στη στρατηγική και τις λειτουργίες τους, να ξεπεράσουν τους ανταγωνιστές τους και να μετρήσουν και να κοινοποιήσουν την ανώτερη απόδοσή τους. Η παγκόσμια κοινωνία αντιμετωπίζει τεράστιες προκλήσεις. Αλλά εάν οι εταιρείες είναι τολμηρές και στρατηγικές με τις δραστηριότητές τους ESG, θα ανταμειφθούν.
Πηγή: industry-news.gr (Αλεξάνδρα Γκίτση)