Η νέα μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που διεξήχθη από την BlackRock, με στόχο την ανάπτυξη εργαλείων για την ένταξη των κριτηρίων ESG στο πλαίσιο προληπτικής εποπτείας των τραπεζών και στις επιχειρηματικές στρατηγικές τους, δημοσιεύτηκε στα τέλη της περασμένης εβδομάδας. Αξιολογεί τις τρέχουσες πρακτικές για την ενσωμάτωση περιβαλλοντικών, κοινωνικών και κριτηρίων εταιρικής διακυβέρνησης (ESG) στο τραπεζικό σύστημα της ΕΕ. Οι πληροφορίες ελήφθησαν από διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων 28 τραπεζών και 15 ρυθμιστικών φορέων.
Στις πάνω από 250 σελίδες της μελέτης διαπιστώνεται πολύ περιορισμένη μέτρηση των μη χρηματοοικονομικών κινδύνων, με λίγες τράπεζες να διαθέτουν μια ολοκληρωμένη στρατηγική που να ενσωματώνει κριτήρια ESG. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες, σύμφωνα με τη μελέτη, αποδεικνύονται αργές την ώρα που απαιτείται εγρήγορση για τη βιωσιμότητα και έχουν περιορισμένη αντίληψη της έκθεσής τους σε περιβαλλοντικούς, κοινωνικούς και κινδύνους σχετικούς με τη διακυβέρνηση.
Αν και αμφισβητήθηκαν από παράγοντες της αγοράς ορισμένα συμπεράσματα, λόγω του ρόλου της αμερικανικής εταιρείας, ως επενδυτή σε πολλές από τις τράπεζες, πολλά ευρήματα δεν αποτελούν έκπληξη ενώ η γενική τάση αποτελεί “καμπανάκι” για τα επιτελεία των τραπεζών.
Σε γενικές γραμμές διαπιστώνεται ότι παρόλο που οι τράπεζες αναγνωρίζουν τη σημασία μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής ESG για τις δραστηριότητές τους, οι περιβαλλοντικοί και κοινωνικοί κίνδυνοι συχνά ομαδοποιούνται ως κίνδυνοι βιωσιμότητας, ενώ η διακυβέρνηση θεωρείται συχνά ως θέμα “συμμόρφωσης” και ως εκ τούτου τείνει να διαχωρίζεται δομικά και εννοιολογικά. Επίσης, οι περισσότερες τράπεζες μπορεί να έχουν επανεξετάσει τις ρυθμίσεις γύρω από τα θέματα διακυβέρνησής τους δημιουργώντας κεντρικές ομάδες βιωσιμότητας και σχετικές διαδικασίες αλλά οι περιορισμένοι εσωτερικοί πόροι και δεξιότητες αποτελούν εμπόδιο για την ενσωμάτωση των ESG.
Οι τράπεζες δεν έχουν ακόμη αναπτύξει μια σαφή χαρτογράφηση του τρόπου με τον οποίο διαφορετικοί παράγοντες ESG τροφοδοτούνται από τους διάφορους τύπους χρηματοοικονομικού κινδύνου. Η πιο σημαντική πρόοδος παρατηρείται στους κινδύνους που σχετίζονται με το κλίμα ενώ άλλοι κίνδυνοι ESG τείνουν να εξετάζονται με βάση τη φήμη ή τον στρατηγικό κίνδυνο. Ένα άλλο γενικό συμπέρασμα είναι ότι οι περισσότερες τράπεζες πραγματοποιούν στοχευμένες πιλοτικές ασκήσεις, αλλά δεν ενσωματώνουν κινδύνους ESG στις συνήθεις πρακτικές τους τείνοντας να περιορίζουν το εύρος αυτών των ασκήσεων σε τομείς υψηλών εκπομπών άνθρακα.
Ενώ οι περισσότερες τράπεζες δηλώνουν ότι σχεδιάζουν να ενσωματώσουν παράγοντες ESG στη δανειοδοτική και επενδυτική τους δραστηριότητα, ως μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής ESG, η επαρκής παρακολούθηση και οι στόχοι, όπως για παράδειγμα οι στόχοι της Συμφωνίας του Παρισιού, συχνά απουσιάζουν. Επίσης τα κριτήρια ESG συχνά περιορίζονται σε ορισμένα προϊόντα και όχι στο σύνολο του χαρτοφυλακίου και υπάρχει ένα κενό στην κατανόηση του αντίκτυπου των προϊόντων ESG στην κερδοφορία των τραπεζών. Αναφορικά με τις γνωστοποιήσεις, αυτές τείνουν να είναι ποιοτικές, καθώς οι ποσοτικές μετρήσεις συχνά συνδέονται με τον όγκο χρηματοδότησης σε συγκεκριμένους τομείς ή προϊόντα ESG, αντί να μετρούν την έκθεση σε κινδύνους ESG.
Αλλά και οι Ρυθμιστικές Αρχές/Επόπτες τείνουν να αξιολογούν τους πυλώνες των ESG και τους συγκεκριμένους κινδύνους ξεχωριστά, χωρίς μια ολιστική εκτίμηση των κινδύνων ESG. Υπάρχει πάντως συζήτηση μεταξύ των εποπτικών αρχών για τις προκλήσεις, μεταξύ των οποίων και η έλλειψη κοινών προτύπων.
Οι αναλυτές της BlackRock συμπεραίνουν ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να λάβουν περισσότερα μέτρα δεδομένου ότι παρά τις αυξημένες προσπάθειες των τραπεζών και των εποπτικών αρχών, ο ρυθμός αποτελεσματικής ενσωμάτωσης κριτηρίων ESG στο πλαίσιο της διαχείρισης κινδύνων, της προληπτικής εποπτείας, των επιχειρηματικών στρατηγικών και των επενδυτικών πολιτικών πρέπει να επιταχυνθεί.
Εξάλλου, οι τράπεζες δέχονται όλο και περισσότερο πιέσεις από επενδυτές και από εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών για το ρόλο τους στην παγκόσμια προσπάθεια μετάβασης σε οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, ιδιαίτερα λόγω του ρόλου τους στη χρηματοδότηση ενεργοβόρων εταιρειών.
Εν κατακλείδι, διαπιστώνεται μεταξύ άλλων ότι οι τράπεζες δεν έχουν έναν κοινό ορισμό των κινδύνων ESG και σε πολλές περιπτώσεις αυτοί οι κίνδυνοι αναφέρονται ενδεικτικά και δεν ενσωματώνονται ουσιαστικά στις πολιτικές δανεισμού, ειδικά για επιλεγμένους τομείς υψηλού κινδύνου. Η κάλυψη είναι συχνά περιορισμένη και καθώς η ενσωμάτωση των κινδύνων ESG σε μοντέλα κινδύνου και stress test είναι σε πρώιμο στάδιο απαιτούνται συγκεκριμένες πρωτοβουλίες από τράπεζες και εποπτικές αρχές.
Πηγή: csrindex.gr (Σοφία Εμμανουήλ)