ESG+Stories

Αύξηση κατά 1,5°C στη θερμοκρασία της Ελλάδας μέσα σε 30 χρόνια-Σε ποιες περιοχές ξεπερνάει τους +2°C;

Η τελευταία έρευνα της Greenpeace, μελετάει τρεις κλιματικές παραμέτρους και αποτυπώνει τον αντίκτυπο στην εγχώρια γεωργία.
Αύξηση κατά 1,5°C στη θερμοκρασία της Ελλάδας μέσα σε 30 χρόνια-Σε ποιες περιοχές ξεπερνάει τους +2°C;

Βάσει της έρευνας που ανατέθηκε από την Greenpeace σε ομάδα κλιματικών επιστημόνων, οι μεταβολές των βασικών κλιματικών παραμέτρων στην Ελλάδα τα τελευταία τριάντα χρόνια είναι ιδιαιτέρως ανησυχητικές. Η αύξηση της θερμοκρασίας, η μείωση των ημερών παγετού και οι μεταβολές στις βροχοπτώσεις επηρεάζουν άμεσα τη γεωργία και τη συνολική περιβαλλοντική ισορροπία της χώρας.

.

Η έρευνα καταγράφει ότι η μέση θερμοκρασία στην Ελλάδα έχει αυξηθεί κατά 1,5°C μέσα σε τρεις δεκαετίες, ενώ σε περιοχές της Βόρειας Ελλάδας η αύξηση ξεπερνά τους 2°C. Αυτή η τάση επιβεβαιώνει τις κλιματικές προσομοιώσεις που είχαν δημοσιευθεί πριν από είκοσι χρόνια. Παράλληλα, ο αριθμός των ημερών παγετού μειώθηκε σημαντικά, με τις μεγαλύτερες απώλειες να εντοπίζονται στη βορειοδυτική Ελλάδα, γεγονός που έχει σοβαρές επιπτώσεις σε καλλιέργειες που βασίζονται σε ψυχρές περιόδους για την παραγωγή τους.

Όσον αφορά τις βροχοπτώσεις, η εικόνα είναι μικτή. Στη δυτική Ελλάδα σημειώθηκε αύξηση των ισχυρών βροχοπτώσεων, ενώ στην ανατολική ηπειρωτική χώρα, στα νησιά του Αιγαίου και στην Κρήτη, η συνολική ετήσια βροχόπτωση τείνει να μειώνεται. Παράλληλα, οι διαδοχικές ξηρές ημέρες μειώθηκαν σε ορισμένες περιοχές της νότιας Ελλάδας, αλλά αυξήθηκαν σε περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης, κάτι που επηρεάζει τη διαθεσιμότητα νερού και τη γεωργική παραγωγή.

Η έρευνα δίνει ιδιαίτερη έμφαση στα τρία ακραία κλιματικά γεγονότα του 2023-2024. Οι καταστροφικές πλημμύρες στη Θεσσαλία λόγω της κακοκαιρίας «Daniel» τον Σεπτέμβριο του 2023 προκάλεσαν εκτεταμένες ζημιές σε γεωργικές εκτάσεις. Το ύψος της βροχής που καταγράφηκε ήταν πρωτοφανές, με περιοχές όπως το Πήλιο να δέχονται πάνω από 750 χιλιοστά βροχής σε μία ημέρα. Εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα γεωργικής γης καταστράφηκαν, δημιουργώντας σοβαρό πρόβλημα επιβίωσης για τους αγρότες της περιοχής. Στη συνέχεια, ο χειμώνας του 2023-2024 καταγράφηκε ως ο θερμότερος στην ιστορία της χώρας, με θερμοκρασίες που ξεπέρασαν τις κανονικές τιμές για την εποχή. Το ίδιο μοτίβο συνεχίστηκε το καλοκαίρι του 2024, το οποίο ήταν το θερμότερο στα χρονικά των καταγραφών, ξεπερνώντας κατά 2,9°C τη μέση τιμή της περιόδου 1991-2020.

Οι επιπτώσεις αυτής της κατάστασης στη γεωργία είναι ήδη αισθητές. Οι μεταβολές στη θερμοκρασία και τις βροχοπτώσεις οδηγούν σε αλλαγές στις ζώνες καλλιέργειας. Οι υψηλές θερμοκρασίες και η ξηρασία του 2024 επηρέασαν αρνητικά την παραγωγή σιτηρών και οσπρίων, ενώ οι δενδρώδεις καλλιέργειες, όπως η ελιά και το αμπέλι, επηρεάζονται από τη μείωση των ημερών παγετού και τις υψηλές θερμοκρασίες. Τα μη αρδευόμενα ελαιόδεντρα υπέστησαν σοβαρές απώλειες, με αποτέλεσμα το κόστος συγκομιδής και παραγωγής ελαιόλαδου να υπερβαίνει σε πολλές περιπτώσεις την αξία του προϊόντος. Οι αμπελώνες αντιμετώπισαν επίσης μείωση της παραγωγής και ποιοτική υποβάθμιση λόγω των αυξημένων θερμοκρασιών και της έντονης ηλιακής ακτινοβολίας.

Η μελισσοκομία έχει επηρεαστεί σημαντικά, καθώς η παρατεταμένη ξηρασία του 2024 μείωσε δραματικά την αυτοφυή βλάστηση, μειώνοντας την προσφορά τροφής για τις μέλισσες. Η μείωση των πληθυσμών των μελισσών επηρεάζει όχι μόνο την παραγωγή μελιού αλλά και την επικονίαση, η οποία είναι ζωτικής σημασίας για πολλές καλλιέργειες. Ταυτόχρονα, το πρόβλημα της διαθεσιμότητας υδάτινων πόρων εντείνεται, καθώς η μείωση των βροχοπτώσεων σε ορισμένες περιοχές και η υπερβολική χρήση νερού για άρδευση καθιστούν τη διαχείριση του υδάτινου δυναμικού ακόμα πιο κρίσιμη.

Οι επιστήμονες τονίζουν ότι η κατάσταση απαιτεί άμεση δράση. Το υπάρχον βιομηχανικό αγροτικό μοντέλο, το οποίο βασίζεται στη χρήση ορυκτών καυσίμων, εντατικών καλλιεργητικών πρακτικών και υψηλής κατανάλωσης νερού, επιδεινώνει την κλιματική κρίση και είναι μη βιώσιμο. Η λύση που προτείνουν οι ειδικοί είναι η μετάβαση σε ένα βιώσιμο και ανθεκτικό αγροδιατροφικό μοντέλο, το οποίο θα βασίζεται σε αγροοικολογικές πρακτικές, μικρής κλίμακας αγροτική παραγωγή και ορθολογική διαχείριση των φυσικών πόρων.

Οι πολιτικές αποφάσεις που απαιτούνται περιλαμβάνουν τη σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίμων στον αγροτικό τομέα, την προώθηση αγροτικών πρακτικών που διατηρούν τη γονιμότητα του εδάφους και μειώνουν τη χρήση χημικών, τη στήριξη των μικρών αγροκτημάτων και τη δημιουργία ενός σχεδίου διαχείρισης υδάτινων πόρων που να διασφαλίζει την επάρκεια νερού για τη γεωργία. Χρειάζεται επίσης ένα σαφές σχέδιο για την προστασία της βιοποικιλότητας και την αποκατάσταση των οικοσυστημάτων, καθώς η απώλεια βιοποικιλότητας επιδεινώνει την ευαλωτότητα του αγροδιατροφικού συστήματος.

Η έρευνα καταλήγει ότι αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα, η γεωργία στην Ελλάδα θα αντιμετωπίσει τεράστιες προκλήσεις τις επόμενες δεκαετίες. Οι προβλέψεις για το μέλλον δείχνουν ότι οι θερμοκρασίες θα συνεχίσουν να αυξάνονται και οι βροχοπτώσεις θα μειωθούν σε πολλές περιοχές, γεγονός που θα οδηγήσει σε περαιτέρω μείωση της παραγωγικότητας των καλλιεργειών. Η προσαρμογή σε αυτή τη νέα πραγματικότητα απαιτεί ένα στρατηγικό σχέδιο που να βασίζεται στην επιστήμη και να στοχεύει στη βιωσιμότητα, την ανθεκτικότητα και την προστασία των φυσικών πόρων.

Η έρευνα της Greenpeace κλείνει με τον «δεκάλογο» του βιώσιμου αγροδιατροφικού τομέα:

  1. Προώθηση αγροοικολογικών, φιλοπεριβαλλοντικών πρακτικών
  2.  Στήριξη στα αγροκτήματα μικρής κλίμακας
  3.  Ορθολογική διαχείριση υδάτινων πόρων

4. Δραστική μείωση χημικών για υγιές έδαφος

5. Απεξάρτηση από λιπάσματα

 6. Προτεραιότητα στην παραγωγή τροφής για ανθρώπους

7. Ριζική αλλαγή κτηνοτροφικού μοντέλου και δραστική μείωση κατανάλωσης κρέατος.

8. Ενίσχυση της μελισσοκομίας.

9. Διαφάνεια, συνεργασία και συμμετοχή

10. Διατροφική κυριαρχία

Βρείτε ολόκληρη την έρευνα εδώ.

ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ