Σε μία φιλόδοξη προσπάθεια να περιορίσει τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε στις 14 Ιουλίου του 2021 μία δέσμη προτάσεων, γνωστή ως πακέτο “Fit for 55”, με στόχο να ευθυγραμμίσει το ισχύον δίκαιο με τις φιλοδοξίες που έχουν στην Πράσινη Συμφωνία για το 2030 και το 2050. Συγκεκριμένα, η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία προβλέπει μείωση των εκπομπών το 2030 κατά 55% σε σύγκριση με τις εκπομπές του 1990 και να καταστήσει την Ευρώπη την πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρο μέχρι το 2050, μέσω της μεταστροφής προς μία οικονομία και κοινωνία «χαμηλού» άνθρακα. Το πακέτο αποτελείται από 13 προτάσεις, 8 αναθεωρήσεις και αναδιατυπώσεις υπαρχουσών οδηγιών και 5 νέες νομοθετικές προτάσεις και πρωτοβουλίες πολιτικής, ενώ στόχος του είναι να παρέχει ένα συνεκτικό και ισορροπημένο πλαίσιο για την επίτευξη των κλιματικών στόχων της ΕΕ, επηρεάζοντας τους κυριότερους κλάδους της οικονομίας, όπως τον κλάδο των μεταφορών και των υποδομών αυτών, τη βιομηχανία, καθώς και τη φορολογία.
Νέα όρια και στόχοι στις εκπομπές άνθρακα καθώς αυστηροποιούνται και τα μέτρα για χώρες εκτός ΕΕ
Ο Κανονισμός για τον Επιμερισμό των Προσπαθειών (Effort Sharing Regulation- ESR) θέτει εθνικούς στόχους για κάθε ένα από τα 28 Κράτη Μέλη (ΚΜ) της ΕΕ για όλες τις εκπομπές από τους εξής πέντε κλάδους: μεταφορές, κτίρια, γεωργία, βιομηχανία και απόβλητα. Η αναθεώρηση, αυξάνει το στόχο μείωσης των εκπομπών από 29% σε 40% για το έτος 2030 σε σύγκριση με το 2005. Ο εθνικός στόχος καθορίζεται βάσει του κατά κεφαλήν ΑΕΠ των ΚΜ, λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορετικές υφιστάμενες υποδομές και τις διαφορετικές ικανότητες της κάθε χώρας. Για την Ελλάδα, ο στόχος μείωσης των εκπομπών πλέον είναι 22% για το 2030, έναντι του 16% που ήταν πριν την αναθεώρηση του Κανονισμού.
Η αναθεώρηση του Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (Emissions Trading System- ETS) καθορίζει την τιμή των εκπομπών άνθρακα ενώ θέτει ανώτατο όριο ή περιορισμό επί της συνολικής ποσότητας ορισμένων εκπομπών, το οποίο όριο μειώνεται με την πάροδο του χρόνου με στόχο την μείωση των συνολικών εκπομπών. Το ETS εκτιμάται ότι περιορίζει εκπομπές από περίπου 11.000 εγκαταστάσεις, καλύπτοντας με αυτόν τον τρόπο το 45% των ευρωπαϊκών εκπομπών, σε όλες τις χώρες της ΕΕ, καθώς και στην Ισλανδία, Νορβηγία και το Λιχτενστάιν, ενώ έχει υπολογιστεί ότι τα τελευταία 16 χρόνια έχει καταφέρει να μειώσει με επιτυχία τις εκπομπές από την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και τις ενεργοβόρες βιομηχανίες κατά 42,6%. Η ΕΕ έκρινε απαραίτητη την αναθεώρηση του ETS προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος, προτείνει τη μείωση του ανώτατου ορίου εκπομπών και την αύξηση του ετήσιου ποσοστού μείωσης, ενώ προσθέτει στο σύστημα για πρώτη φορά τις εκπομπές από τις θαλάσσιες μεταφορές. Πλέον το όριο μειώνεται με ετήσιο συντελεστή γραμμικής μείωσης 2,2% αντί 1,7% που ίσχυε μέχρι τώρα. Σχετικά με τις οδικές μεταφορές και τα κτίρια, δύο κλάδους που ευθύνονται για μεγάλο ποσοστό εκπομπών, πλέον καλύπτονται από ένα ξεχωριστό σύστημα εμπορίας εκπομπών που αφορά στη διανομή καυσίμων των κλάδων αυτών.
Μία από σημαντικότερες προτάσεις είναι η εισαγωγή του Μηχανισμού Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα (Cross-border Adjustment Mechanism- CBAM), όπου στόχο έχει να περιορίσει τον κίνδυνο διαρροής άνθρακα για την ευρωπαϊκή βιομηχανία, δηλαδή τη μεταφορά της παραγωγής σε χώρες που δεν υποχρεούνται να συμμορφωθούν με την Οδηγία, και τον περιορισμό των αυξήσεων των παγκόσμιων εκπομπών από την αντικατάσταση προϊόντων της ΕΕ με εισαγωγές μεγαλύτερης έντασης άνθρακα ή από τη μεταφορά της παραγωγής εταιρειών της ΕΕ στο εξωτερικό, ως αποτέλεσμα της αυστηροποίησης των ευρωπαϊκών απαιτήσεων στον τομέα των εκπομπών. Πρόκειται για ένα μηχανισμό που θα διασφαλίσει ότι η τιμή των εισαγωγών αντικατοπτρίζει με μεγαλύτερη ακρίβεια την περιεκτικότητά τους σε άνθρακα, ενώ θα σχεδιαστεί έτσι ώστε να συνάδει με τους Κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και άλλες διεθνείς υποχρεώσεις της ΕΕ. Σύμφωνα με το μέτρο, οι παραγωγοί τρίτων χωρών θα πρέπει να καταβάλουν την ίδια τιμή εκπομπών με τις εταιρίες της ΕΕ και δεν θα τυγχάνουν λιγότερο ευνοϊκής μεταχείρισης από τους εγχώριους παραγωγούς. Σκοπός του είναι να αποτελέσει κίνητρο σε παραγωγούς τρίτων χωρών να υιοθετήσουν διεργασίες παραγωγής ουδέτερες ως προς τις εκπομπές με στόχο την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Η λειτουργία του μηχανισμού θα βασίζεται στις πραγματικές εκπομπές του εκάστοτε παραγωγού και η καταβαλλόμενη τιμή θα αντικατοπτρίζει τυχόν μείωση των ενσωματωμένων εκπομπών. Ο CBAM θα εφαρμοστεί αρχικά σε περιορισμένο αριθμό βιομηχανιών (τσιμέντο, σίδηρος, χάλυβας, αλουμίνιο, λιπάσματα και ηλεκτρική ενέργεια). Οι συγκεκριμένοι τομείς είναι υπεύθυνοι για το 45% των εκπομπών CO2 των κλάδων με ρίσκο διαρροής άνθρακα στην ΕΕ. Δεν θα τεθεί αμέσως σε ισχύ λόγω της πολυπλοκότητας της καταμέτρησης πραγματικών ρύπων στα διάφορα προϊόντα από κάθε κατασκευαστή, αλλά θα υπάρξει μεταβατική περίοδος τριών ετών, από το 2023, κατά τη διάρκεια της οποίας οι εισαγωγείς θα υποχρεούνται μόνο να αναφέρουν τις ενσωματωμένες εκπομπές των αγαθών τους, χωρίς να καταβάλλουν οικονομική προσαρμογή. Θα γίνει αξιολόγηση το 2025 και το 2026 θα τεθεί σε ισχύ η καταβολή οικονομικού αντιτίμου από τους εισαγωγείς σταδιακά έως το 2035.
Σύσταση νέου Κοινωνικού Ταμείου για το Κλίμα με στόχο την ενίσχυση των πολιτών και των επιχειρήσεων και αλλαγή στη φορολογία της ενέργειας
Η πρόταση για τη σύσταση ενός νέου Κοινωνικού Ταμείου για το Κλίμα στοχεύει να μετριάσει τον αντίκτυπο της. Το Ταμείο θα χρηματοδοτείται από την ΕΕ, με στόχο την οικονομική ενίσχυση των πολιτών για επενδύσεις που αφορούν στην βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, εγκατάσταση νέων συστημάτων θέρμανσης και ψύξης αλλά και σε επενδύσεις που αφορούν καθαρότερες μετακινήσεις. Συγκεκριμένα, μέσω του ταμείου, θα παρέχεται χρηματοδότηση στα ΚΜ για την αντιμετώπιση των κοινωνικών επιπτώσεων σε ευάλωτα νοικοκυρά και μικροεπιχειρήσεις, με προσωρινή υποστήριξη στο εισόδημα. Στην πρόταση, η ΕΕ αναφέρει χρηματοδότηση ύψους 72,2 δις. ευρώ για την περίοδο 2025-2032.
Προβλέπεται επίσης η αναθεώρηση της Οδηγίας για τη φορολογία της ενέργειας (Energy Taxation Directive), καθώς ο έως τώρα σχεδιασμός και δομή τους δεν προωθούν της ενεργειακή απόδοση, και δεν συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων της Πράσινης Συμφωνίας. Η αναθεώρηση προτείνει κανόνες που στηρίζουν και συμπληρώνουν άλλες πρωτοβουλίες του πακέτου «Fit for 55», ενώ στοχεύουν στην αντιμετώπιση πιθανών επιπτώσεων του φορολογικού ανταγωνισμού. Η Οδηγία εισάγει μία νέα δομή φορολογικών συντελεστών που βασίζεται στο ενεργειακό περιεχόμενο και στις περιβαλλοντικές επιδόσεις των καυσίμων και της ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ διευρύνει τη φορολογητέα βάση με τη συμπερίληψη περισσότερων προϊόντων στο πεδίο εφαρμογής, τροποποιώντας το υπάρχον μοντέλο που φορολογεί τον όγκο/κατανάλωση και όχι το είδος ενέργειας που καταναλώνεται.
Η αναθεώρηση της Οδηγίας για την προώθηση χρήσης ενέργειας από ΑΠΕ (Renewable Energy Directive- RED) καθιερώνει κοινές αρχές και κανόνες για την άρση εμποδίων, την προώθηση των επενδύσεων και τη μείωση του κόστους στις τεχνολογίες ΑΠΕ. Η αναθεώρηση αυξάνει τον στόχο ένταξης ΑΠΕ σε όλους τους τομείς στο 40%, έναντι του 32%, έως το 2030, συμπεριλαμβανομένης της αύξησης του υποστόχου για προηγμένα βιοκαύσιμα από τουλάχιστον 0,2% το 2022 έως 0,5% το 2025 και 2,2% το 2030.
Οι νέες διατάξεις της Οδηγίας για την Ενεργειακή Απόδοση (Energy Efficiency Directive) στοχεύουν τόσο στην επίτευξη βιώσιμου ενεργειακού εφοδιασμού ή τη μείωση εκπομπών, όσο και στην προώθηση της ανταγωνιστικότητας της ΕΕ, και αποτελεί πλέον στρατηγική προτεραιότητα για την ΕΕ. Η αναδιατύπωση απαιτεί από τις χώρες της ΕΕ να διασφαλίσουν συλλογικά μια επιπλέον μείωση της κατανάλωσης ενέργειας, κατά 9% έως το 2030 σε σύγκριση με τις προβλέψεις του σεναρίου αναφοράς του 2020. Προκειμένου για την επίτευξη των στόχων που θέτει η Οδηγία, ο δημόσιος φορέας θα πρέπει να ανακαινίζει το 3% των κτιρίων του ετησίως, ώστε να συμβάλει στο κύμα ανακαίνισης και αύξησης του ανταγωνισμού, να δημιουργήσει θέσεις εργασίας και επιπλέον να μειώσει και το κόστος ενέργειας για τους φορολογημένους.
Σημαντική έμφαση δίνεται στις οδικές, στις αερομεταφορές και στις θαλάσσιες μεταφορές για την επίτευξη των στόχων, ενώ προβλέπεται ο τερματισμός πωλήσεων βενζινοκίνητων και πετρελαιοκίνητων οχημάτων από το 2035
Η τροποποίηση του κανονισμού για τον καθορισμό προτύπων εκπομπής CO2 για τα αυτοκίνητα και τα ημιφορτηγά, καθορίζει στόχους για τις εκπομπές CO2 σε ολόκληρο το στόλο της ΕΕ και περιλαμβάνει ένα μηχανισμό για την παροχή κινήτρων για την αγορά οχημάτων μηδενικών και χαμηλών εκπομπών. Η τροποποίηση προτείνει την αύξηση των στόχων από 37,5% σε 55% για νέα επιβατικά αυτοκίνητα, και από 31% σε 50% για νέα ελαφρά επαγγελματικά οχήματα. Ο Κανονισμός προβλέπει τον τερματισμό πωλήσεων βενζινοκίνητων και πετρελαιοκίνητων οχημάτων από το 2035, και σε συνδυασμό με την Οδηγία για την ανάπτυξη υποδομών εναλλακτικών καυσίμων, δίνει μία 15ετία προσαρμογής σε χώρες που δεν έχουν την υποδομή να υποστηρίξουν αυτόν τον στόχο, υποχρεώνοντας τους να δημιουργήσουν δίκτυα που θα υποστηρίζει ηλεκτρικά οχήματα ή σταθμών για την τροφοδοσία με υδρογόνο.
Η Αναθεώρηση της Οδηγίας για την ανάπτυξη υποδομών εναλλακτικών καυσίμων, καθορίζει ένα πλαίσιο κοινών μέτρων που απαιτεί από τα KM να αναπτύξουν εθνικά πλαίσια πολιτικής για την ανάπτυξη εναλλακτικών καυσίμων στην αγορά και την υποδομή για την υποστήριξη τους. Επιβάλλεται η δημιουργία διατάξεων από τα ΚΜ ώστε να διασφαλιστεί η ελάχιστη κάλυψη των σημείων επαναφόρτισης που είναι προσβάσιμα στο κοινό και προορίζονται για οχήματα ελαφρών και βαρέων οδικών μεταφορών.
Η πρωτοβουλία ReFuelEU Aviation για βιώσιμα καύσιμα για τις αερομεταφορές αφορά ένα νέο μέσο για τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος του τομέα των αερομεταφορών. Στόχος είναι να εναρμονιστούν οι κανόνες σε επίπεδο ΕΕ, να διατηρηθούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού, να αυξηθεί η χρήση των βιώσιμων εναλλακτικών αεροπορικών καύσιμων και να αυξηθεί η διανομή τους στα αεροδρόμια της ΕΕ. Σύμφωνα με την Πρωτοβουλία, τα βιώσιμα καύσιμα (Sustainable Aviation Fuels- SAF) θα πρέπει να καταλαμβάνουν το 2% του συνολικού μείγματος ως το 2025, με στόχο να φτάσουν το 63% το 2050, ενώ τα συνθετικά καύσιμα θα πρέπει να καταλαμβάνουν το 0,7% το 2030, φτάνοντας το 28% το 2050, με ευθύνη των προμηθευτών και όχι των αεροπορικών εταιριών. Επιπλέον, οι αερολιμένες της ΕΕ υποχρεούνται περαιτέρω να παρέχουν την απαραίτητη υποδομή για την αποθήκευση και ανάμειξη SAF, ώστε οι προμηθευτές καυσίμων και οι αεροπορικές εταιρίες να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.
Η πρωτοβουλία FuelEU Maritime για έναν πράσινο ευρωπαϊκό θαλάσσιο χώρο, μαζί με την πρωτοβουλία ReFuelEU Aviation, αποτελούν δύο νέα μέσα για την αύξηση της χρήσης βιώσιμων εναλλακτικών καυσίμων στην ΕΕ. Στόχος της πρωτοβουλίας είναι να αντιμετωπιστούν όποια εμπόδια υπάρχουν στην αγορά και την αβεβαιότητα σχετικά με το ποιες τεχνικές επιλογές είναι έτοιμες για την αγορά. Ορίζεται μέγιστο όριο στην ένταση εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου της ενέργειας που χρησιμοποιείται στο πλοίο ή από πλοία που αναχωρούν από λιμάνια της ΕΕ. Η υποχρέωση θα εφαρμοστεί σε όλα τα πλοία άνω της ολικής χωρητικότητας των 5000 tn, ανεξαρτήτως προέλευσης τους. Τα ανανεώσιμα και χαμηλής περιεκτικότητας σε καύσιμα άνθρακα θα πρέπει να αντιπροσωπεύουν μεταξύ 6% και 9% του μείγματος καυσίμων διεθνών θαλάσσιων μεταφορών το 2030 και μεταξύ 86% και 88% έως το 2050 για να συμβάλουν στον στόχο μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σε ολόκληρη την οικονομία της ΕΕ.
Η Αναθεώρηση του Κανονισμού για τη συμπερίληψη των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και των απορροφήσεων από δραστηριότητες χρήσης γης, αλλαγής χρήσης γης και δασοκομίας (Land Use, Land-Use Change and Forestry- LULUCF), εξασφαλίζει ότι όλες οι εκπομπές και απορροφήσεις που προκαλεί ο τομέας LULUCF συνυπολογίζονται στον γενικό στόχο της ΕΕ για μείωση των εκπομπών. Σύμφωνα με την τρέχουσα νομοθεσία της ΕΕ που εγκρίθηκε τον Μάιο του 2018, τα ΚΜ της ΕΕ πρέπει να διασφαλίσουν ότι οι λογιστικές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από τη χρήση γης, την αλλαγή χρήσης γης ή τη δασοκομία (LULUCF) εξισορροπούνται από τουλάχιστον ισοδύναμη λογιστική απομάκρυνση του CO2 από το ατμόσφαιρα την περίοδο 2021 έως 2030. Με την αναθεώρηση αυξάνεται ο στόχος. Συγκεκριμένα, ο συνολικός στόχος της ΕΕ για απομάκρυνση άνθρακα από φυσικές fδεξαμενές ισοδυναμεί με 310 εκατομμύρια τόνους εκπομπών CO2 έως το 2030.
Η Νέα Δασική Στρατηγική της ΕΕ για το 2030 είναι μία από τις εμβληματικές πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας που βασίζεται στη στρατηγική της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα για το 2030 και αντιμετωπίζει όλες τις πολλαπλές λειτουργίες των δασών. Η στρατηγική θέτει ένα όραμα και συγκεκριμένες δράσεις για την αύξηση της ποσότητας και της ποιότητας των δασών στην ΕΕ και την ενίσχυση της προστασίας, αποκατάστασης και ανθεκτικότητάς τους.
Αυστηροί στόχοι και αναδιαμόρφωση των οικονομικών δραστηριοτήτων για μία κλιματικά ουδέτερη ήπειρο μέχρι το 2050
Η νομοθετική πρόταση του “Fit for 55” θέτει φιλόδοξους στόχους και δημιουργεί ένα συνεκτικό πλαίσιο για την επίτευξη των στόχων της Πράσινης Συμφωνίας, προκαλώντας σημαντικές αλλαγές σε μια σειρά από τομείς της οικονομικής δραστηριότητας. Επίσης, διευρύνει τους τομείς της οικονομίας οι οποίοι θα πρέπει να συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων. Η εφικτότητα του, οι λεπτομέρειες της εφαρμογής του καθώς και η τελική μορφή του πακέτου μένουν να ειδωθούν. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να διερευνηθούν περαιτέρω οι επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα των εθνικών οικονομιών και υπο-τομέων, στις τελικές τιμές των καυσίμων και προϊόντων και οι επιπτώσεις για τον τελικό καταναλωτή.
(των Ιωάννη Στεφάνου, Νικολέττας Μεταξάτου)