Οι εισηγμένες αμερικανικές εταιρείες δημοσιοποιούν κάθε είδους πληροφορία, την οποία υπό άλλες συνθήκες δεν θα την έδιναν, όπως, λόγου χάριν, τις αποδοχές του διευθύνοντος συμβούλου ως πολλαπλάσιο του μέσου μισθού ενός εργαζομένου/μίας εργαζόμενης. Σύμφωνα με προκαταρκτική πρόταση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, θα προστεθούν πολλά συναφή με την κλιματική αλλαγή στοιχεία. Μοιάζει με έναν υπό σχεδιασμό σάκο του μποξ νομικής υφής. Ωστόσο, εάν η αγορά επιθυμεί σαφήνεια και συνέπεια, τότε η ουσία του σχεδίου της Επιτροπής θα λάβει σάρκα και οστά ακόμα κι αν ένας κανόνας αποτύχει.
Ο πρόεδρός της, Γκάρι Γκένσλερ, επιδιώκει οι επιχειρήσεις να αποκαλύψουν περισσότερα πράγματα και με έναν πιο οργανωμένο τρόπο αναφορικά με τρία ευρέος φάσματος ζητήματα, τον κίνδυνο που η κλιματική αλλαγή ενέχει για την ίδια την εκάστοτε επιχείρηση, τα όποια σχέδια για μείωση των εκπομπών ρύπων και την ποσότητα των εκπομπών που δημιουργεί ή που προκαλεί με τη δραστηριότητά της. Το τελευταίο είναι και το πιο αμφιλεγόμενο, μια και τα υπόλοιπα ήδη δημοσιοποιούνται, αλλά συχνά υπάγονται σε εκθέσεις βιωσιμότητας ή αποκρύπτονται με παράδοξους τρόπους. Ωστόσο, ο κ. Γκένσλερ δεν δείχνει να ενδιαφέρεται για τους ομολόγους του στην Ευρώπη. Η αποκαλούμενη «Ομάδα Εργασίας Οικονομικών Αποκαλύψεων σχετικών με το Κλίμα», από την οποία εμπνεύσθηκε αρκετά η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, πρόκειται να λάβει υποχρεωτικό χαρακτήρα για τις μεγάλες επιχειρήσεις στη Βρετανία από τον επόμενο μήνα, ενώ η Ε.Ε. έχει κάνει πολλά βήματα μπροστά από τις ΗΠΑ.
Το πρόβλημα με τον επικεφαλής της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς έγκειται στο ότι ενδεχομένως ορισμένα από τα πιο τολμηρά τμήματα της πρότασής του να πέσουν εις ώτα μη ακουόντων στις ΗΠΑ. Το να ζητάει κανείς από τις επιχειρήσεις να αποκαλύψουν τις εκπομπές ρύπων, οι οποίες προέρχονται από το δίκτυο των προμηθευτών ή των πελατών τους, μοιάζει με ναρκοπέδιο. Αυτά τα νούμερα κάθε άλλο παρά κολακευτικά είναι για τις πετρελαϊκές εταιρείες, παραδείγματος χάριν, όπου το διοξείδιο του άνθρακα μπορεί ως ρύπος και να υπερβαίνει το 1 δισεκατομμύριο τόνους. Συν τοις άλλοις, είναι και δύσκολο να συλλεγούν τα σχετικά στοιχεία, τα οποία σε μέγιστο βαθμό βασίζονται σε προβλέψεις και εργασία συμβούλων, άρα πολύ πιθανόν να βρίσκονται στη σφαίρα της εκτίμησης και όχι της ίδιας της πραγματικότητας.
Αναγνωρίζοντας πόσο μπερδεμένο και θολό μπορεί να αποβεί αυτό το καθήκον, ο Γκάρι Γκένσλερ δίνει στις επιχειρήσεις ένα περιθώριο δύο ετών για να το φέρουν εις πέρας, εξαιρώντας μικρότερες μονάδες ή όσες δεν έχουν υιοθετήσει στις αναφορές τους τους στόχους μείωσης των ρύπων των παραγόμενων από προμηθευτές/πελάτες. Επιπλέον προβλέπει και την παροχή προστασίας έναντι του νόμου σε περίπτωση κατά την οποία τα πρώιμα στοιχεία τους αποδειχθούν εσφαλμένα. Ωστόσο, ακόμα κι αυτά μπορεί να μην επαρκούν. Hδη οι πολέμιοι έχουν πληθώρα δυνητικών επιχειρημάτων για να αμφισβητήσουν στα δικαστήρια τον κανόνα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, από το ότι υπερβαίνει την αρμοδιότητά της μέχρι του να ισχυριστούν πως το να υποχρεώνονται εταιρείες να δημοσιοποιούν τέτοια στοιχεία αντιβαίνει του συνταγματικού τους δικαιώματος στην ελευθερία του λόγου. Ακόμα, όμως, και στην περίπτωση ενός συντηρητικού και φίλα προσκείμενου στις επιχειρήσεις Ανωτάτου Δικαστηρίου, αυτό μπορεί να ακουστεί υπερβολικό.
Παρά ταύτα, η Ιστορία διδάσκει πως όταν αποτύχει μια ρύθμιση, μπορεί να υλοποιηθεί με τη βούληση της αγοράς. Η πρόβλεψη της Επιτροπής του 2010 να μπορούν οι μακράς πνοής επενδυτές με 3% και άνω των μετοχών να προτείνουν ευκολότερα μέλη στο Δ.Σ. απορρίφθηκε στα δικαστήρια, αλλά οι πρώτοι άσκησαν πιέσεις και εντέλει οι επιχειρήσεις το δέχθηκαν.
Πηγή: Reuters Breaking Views (μτφ Καθημερινή)