Ο τομέας της Ενέργειας βρίσκεται στο επίκεντρο των εξελίξεων, με την ενεργειακή μετάβαση να αποτελεί μία από τις σημαντικότερες προκλήσεις της εποχής μας. Η πιο πρόσφατή έρευνα της KPMG στην Ελλάδα, “The Future of the Energy Sector: Focus on the Greek Electricity Market”, παρουσιάζει μια επισκόπηση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και αναδεικνύει τις επερχόμενες τάσεις και προκλήσεις.
.
Πιο συγκεκριμένα, μέσω της έρευνας διερευνάται η εξέλιξη της δομής και του μεγέθους του κλάδου τόσο σε επίπεδο ζήτησης, όσο και παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, γίνεται αντιπαραβολή με τάσεις και εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση και αναλύονται βασικές προκλήσεις και προτεραιότητες για την επόμενη μέρα του κλάδου. Ταυτόχρονα, γίνεται αναφορά στις μεγαλύτερες εταιρείες, οι οποίες συνθέτουν το ανταγωνιστικό τοπίο του κλάδου και συνδυαστικά με βασικούς δείκτες απόδοσης δίνουν μια εικόνα της πορείας των τελευταίων ετών.
Η έρευνα κάνει μια σύντομη αναφορά σε μια μελέτη που διενεργήθηκε από την KPMG μαζί με το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και στην οποία διερευνήθηκαν πιθανά οφέλη από την απευθείας ηλεκτρική διασύνδεση της Ελλάδος με τη Γερμανία, μέσω της ηλεκτρικής λεωφόρου SENEH (South East-North Electricity Highway).
Τα βασικά ευρήματα της έρευνας
Ο κλάδος της ηλεκτροπαραγωγής, όντας – σε παγκόσμιο επίπεδο – ο μεγαλύτερος σε ανθρακικό αποτύπωμα (CO2), είναι ταυτόχρονα ηγέτης στην προσπάθεια μετάβασης προς την κλιματική ουδετερότητα. Στην Ελλάδα ο ρυθμός μείωσης των εκπομπών CO2 στην ηλεκτροπαραγωγή είναι μάλιστα μεγαλύτερος από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο παρουσιάζοντας ένα CAGR της τάξης του -7,6% συγκριτικά με -2,4% των EU-27 για τα έτη 2010 έως 2021.
Η πανδημία οδήγησε σε μια πτώση της ζήτησης ηλεκτρισμού της τάξης του -4,1% το 2020 – συγκριτικά με το 2019 – όμως το 2021 με την ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας επανήλθε στα προ-πανδημίας επίπεδα. Παρόλα αυτά, η ενεργειακή κρίση του 2021-2022 οδήγησε σε νέα μείωση της ζήτησης το 2022, κάτι που εκτιμάται πως θα ανακάμψει μετά τα μέσα του 2023.
Οι κρατικές επιδοτήσεις αρχικά όπως και ο μηχανισμός φορολόγησης των υπερ-εσόδων στη συνέχεια βοήθησαν στο μετριασμό της ενεργειακής κρίσης τιμών προσφέροντας σημαντική βοήθεια σε τελικούς καταναλωτές – οικιακούς, εμπορικούς και βιομηχανικούς.