Εφικτός είναι από τη χώρα μας ο στόχος μείωσης της κατανάλωσης φυσικού αερίου κατά 15 % που έθεσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τον επόμενο χειμώνα, με επιτάχυνση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, αύξηση της λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής και εξοικονόμηση ενέργειας.
.
Αυτό προκύπτει από ανάλυση του Green Tank που διερευνά τις δυνατότητες της χώρας να περιορίσει την κατανάλωση ορυκτού αερίου το επόμενο οκτάμηνο προκειμένου να συνεισφέρει στην κοινή ευρωπαϊκή προσπάθεια. Υπενθυμίζεται ότι η Κομισιόν πρότεινε τη μείωση της κατανάλωσης αερίου το οκτάμηνο Αυγούστου 2022-Μαρτίου 2023 κατά 15% σε σχέση με τον μέσο όρο των αντίστοιχων οκταμήνων της πενταετίας 2017-2021. Ορισμένα κράτη μέλη, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, ζήτησαν και έλαβαν εξαιρέσεις που τους επιτρέπουν να συνεισφέρουν λιγότερο στην κοινή ευρωπαϊκή προσπάθεια.
Σύμφωνα με την ανάλυση του Green Tank:
*Μόνο η υλοποίηση των κυβερνητικών εξαγγελιών για εγκατάσταση 2 GW ΑΠΕ το 2022 και συνέχιση του ίδιου ρυθμού κατά το πρώτο τρίμηνο του 2023 (500 ΜW) είναι ικανή από μόνη της να μειώσει κατά 12,2% την εγχώρια κατανάλωση ορυκτού αερίου σε σχέση με τον μέσο όρο των αντίστοιχων οκταμήνων της πενταετίας 2017-2021. Αυτό μάλιστα επιτυγχάνεται χωρίς την ανάγκη αύξησης της λιγνιτικής παραγωγής σε σχέση με το προηγούμενο οκτάμηνο Αυγούστου 2021-Μαρτίου 2022 ή εξοικονόμησης ορυκτού αερίου στον οικιακό και τον βιομηχανικό τομέα σε σχέση με τον μέσο όρο των οκταμήνων της τελευταίας πενταετίας.
*Η Ελλάδα μπορεί να φτάσει από το -12,2% στο -15% που έθεσε ως στόχο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, είτε μέσω της υπέρβασης του κυβερνητικού στόχου ανάπτυξης των ΑΠΕ κατά 23%, είτε μέσω της αύξησης της λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής κατά 14,4% σε σχέση με τα επίπεδα του περσινού οκταμήνου σε συνδυασμό με την ανάπτυξη των ΑΠΕ σύμφωνα με τις κυβερνητικές εξαγγελίες.
*Η μείωση της κατανάλωσης αερίου στον οικιακό και βιομηχανικό τομέα σε σχέση με τα περσινά αυξημένα επίπεδα μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην επίτευξη του στόχου του -15%. Στην περίπτωση ωστόσο που αποφασιστεί να μην γίνει καμία απολύτως μείωση σε αυτούς τους τομείς, τότε η επίτευξη του στόχου του -15% απαιτεί αύξηση της λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής κατά 38% σε σχέση με το οκτάμηνο Αυγούστου 2021-Μαρτίου 2022 παράλληλα με την ανάπτυξη των ΑΠΕ σύμφωνα με τις κυβερνητικές εξαγγελίες. Ακόμα και σε αυτό το δυσμενές σενάριο όμως, η αύξηση της συνεισφοράς του λιγνίτη είναι σαφώς μικρότερη από τον διπλασιασμό της (+100%), που ήταν η προτεινόμενη αύξηση την οποία επανεπιβεβαίωσε η κυβέρνηση στο τελευταίο Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας.
*Αν η Ελλάδα επιλέξει να επικαλεστεί την εξαίρεση που της δίνει τη δυνατότητα να κρατήσει τη συνολική κατανάλωση περίπου στα επίπεδα του μέσου όρου της προηγούμενης πενταετίας, τότε η τυπική υποχρέωση της χώρας ικανοποιείται από μειωμένη ανάπτυξη των ΑΠΕ (-9,5% σε σχέση με τις κυβερνητικές εξαγγελίες) σε συνδυασμό με μειωμένη λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγή (-20%) σε σχέση με το περσινό οκτάμηνο. Συνεπώς η χρήση της εξαίρεσης δεν συνάδει με τις κυβερνητικές εξαγγελίες ούτε για τον ρυθμό ανάπτυξης των ΑΠΕ, ούτε για τον διπλασιασμό της συνεισφοράς του λιγνίτη στο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής.
«Η Ελλάδα έχει κάθε δυνατότητα να συνεισφέρει ουσιαστικά στην ευρωπαϊκή προσπάθεια μείωσης της εξάρτησης από το ορυκτό αέριο το επόμενο οκτάμηνο χωρίς τη χρήση εξαιρέσεων, με επιτάχυνση της διείσδυσης ορθά χωροθετημένων ΑΠΕ, συγκράτηση της κατανάλωσης αερίου στον οικιακό και βιομηχανικό τομέα, και χρήση λιγνίτη σε επίπεδα που να μην υπερβαίνουν τα αντίστοιχα του προηγούμενου έτους. Η επιλογή αυτή προστατεύει το κλίμα και θωρακίζει τους πολίτες και την οικονομία από το υψηλό ενεργειακό κόστος, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη εξετάζεται αυτή την περίοδο», δήλωσε ο Νίκος Μάντζαρης, αναλυτής πολιτικής του Green Tank.