Μέχρι πρότινος τα πλαστικά ήταν το σύμβολο της περιβαλλοντικής ρύπανσης λόγω του εξαιρετικά αργού χρόνου διάσπασής τους. Τα τελευταία χρόνια όμως ανοίγει όλο και εντονότερα η κουβέντα για τα μικροπλαστικά, τα οποία μπαίνουν σχεδόν καθημερινά στον οργανισμό μας και στοχοποιούνται για μια σειρά παθήσεων.
Ως μικροπλαστικό ορίζεται οποιοδήποτε κομμάτι πλαστικού με διάμετρο μικρότερη από πέντε χιλιοστά, ενώ τα μικρότερα από αυτά, τα νανοπλαστικά είναι τόσο μικρά που μπορούν να περάσουν εύκολα στην κυκλοφορία του αίματος. Ουσιαστικά αποτελούν τη μεγαλύτερη διάσπαση του πλαστικού, η οποία μπορεί να συμβεί μέσω της φυσικής ή τεχνητής αποσύνθεσής του και το μικρό τους μέγεθος καθιστά από δύσκολη εως αδύνατη την ανακάλυψη, αλλά και την εξάλειψή τους. Σήμερα εκτιμάται ότι στο περιβάλλον έχουν διοχετευθεί περίπου 7 δις. τόνοι μικροπλαστικών, σύμφωνα με τον επικεφαλής δύο σχετικών ερευνών, Φίλιππο Δημοκρίτου, καθηγητή στις Νανοεπιστήμες και την Περιβαλλοντική Βιομηχανική στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Ράτγκερς και διευθυντή του Τμήματος Βιοεπιστημών Περιβαλλοντικής και Πληθυσμιακής Υγείας.
Ο άνθρωπος έρχεται καθημερινά σε μια «αόρατη» επαφή με αυτά, διαμέσου του νερού, των τροφίμων, μέχρι και του αέρα που αναπνέουμε. Εκτιμάται ότι σε ένα ποτήρι εμφυαλωμένο νερό περιέχονται τρισεκατομμύρια κομματάκια τέτοιων πλαστικών, τα οποία μπορεί να έχουν προέλθει απλώς από τη φυσική μικρο-αποσύνθεση του ίδιου του πλαστικού μπουκαλιού, από την εμφιάλωση μέχρι την τελική κατανάλωση. Επίσης, το γεγονός ότι υπάρχουν ελεύθερα στον αέρα και έχουν αυτή την ελάχιστη διάμετρο τους επιτρέπει να εισέρχονται μέχρι και στα λαχανικά την ώρα που καλλιεργούνται, όπως και στην τροφή των ζώων, τα οποία εν συνεχεία θα καταναλώσει ο άνθρωπος. Το ίδιο ισχύει και για τα ψάρια, τα οποία με την ρύπανση των θαλασσών από μη διασπώμενα πλαστικά, γίνονται «ξενιστές» μικροπλαστικών, τα οποία επίσης καταλήγουν στον άνθρωπο όταν καταναλώσει το ψάρι.
Ο δημοσιογράφος Βαγγέλης Πρατικάκης, παρουσίασε στο podcast ΤΟ ΒΗΜΑ ΣΗΜΕΡΑ, τρεις πρόσφατες έρευνες σχετικά με το θέμα, οι οποίες προσπαθούν να φωτίσουν ορισμένες από τις πιθανές επιπτώσεις των μικροπλαστικών στον άνθρωπο. Η πρώτη δημοσιεύθηκε στο New England Journal of medicine πέρσι και αναζητά τη σύνδεση της συγκέντρωσης πλαστικών με εγκεφαλικά επεισόδια και εμφράγματα. Η έρευνα διήρκησε τρία χρόνια και μέσα σε αυτά εξέτασε 257 ασθενείς μετά από επέμβαση στην οποία είχαν υποβληθεί για αποσυμφόρηση των φραγμένων καροτίδων τους. Από τους εξεταζόμενους, στο 60% ανιχνεύθηκαν μικροπλαστικά στις καροτίδες, και παράλληλα οι ίδιοι είχαν τις μεγαλύτερες πιθανότητες να πεθάνουν μέσα στα τρία χρόνια που διήρκησε η μελέτη.
Η επόμενη έρευνα δημοσιεύθηκε φέτος στο Nature Medicine και αποκαλύπτει ότι ο μέσος ανθρώπινος εγκέφαλος περιέχει περίπου μισή κουταλιά μικροπλαστικών. Στην έρευνα μελετήθηκαν και άτομα με άνοια, στα οποία φάνηκε ότι έχουν 10% περισσότερες πιθανότητες να υπάρχουν μικροπλαστικά στον εγκέφαλό τους. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ευθύγραμμα ότι τα μικροπλαστικά προκαλούν άνοια, αλλά ότι ενδεχομένως ότι η άνοια δημιουργεί πιο πρόσφορο έδαφος για την απορρόφηση των μικροπλαστικών. Αυτό θα αποτελέσει και το βασικό ερώτημα επόμενων ερευνών. Η έρευνα κατέληγε ότι γενικώς η συγκέντρωσή τους είναι μεγαλύτερη στον εγκέφαλο απ΄ότι σε άλλα όργανα, αλλά και ότι τα μικροπλαστικά δεν λείπουν από κανέναν ανθρώπινο ιστό. Επίσης πως αυτή τη στιγμή είναι σχεδόν αδύνατον να υπάρχει κάποιος στον πλανήτη που να μην έχει αυτή την εσωτερική ρύπανση.
Τέλος η πιο πρόσφατη έρευνα στο Science Advances, αναδεικνύει τη σχέση μεταξύ της συγκέντρωσης μικροπλαστικών και της αύξησης των κινητικών προβλημάτων. Οι ερευνητές έκαναν έρευνα σε ποντίκια, τα οποία εξέθεταν σε ένα είδος πλαστικού, το πολυστυρένιο, και ύστερα παρακολούθησαν με μικροσκόπιο την κίνηση στα αιμοφόρα αγγεία. Προέκυψε ότι τα μικροσκοπικά αυτά πλαστικά μόλις περάσουν στην κυκλοφορία του αίματος απορροφώνται από κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος, συγκεκριμένα από ουδετερόφυλλα και φαγοκύτταρα, τα οποία εν συνεχεία διογκώνονται. Τα κύτταρα, διογκωμένα πια, μπλοκάρουν τα τριχοειδή αγγεία. Παρατηρήθηκε ότι σε κάποιες περιπτώσεις το «φράξιμο» αυτό καθαρίζεται φυσικά από τον οργανισμό. Σε όποιους οργανισμούς δεν καθαριστεί όμως φάνηκε πως δημιουργούνται κινητικά προβλήματα.
Τα μικροπλαστικά έχουν απασχολήσει ερευνητές διεθνώς και τα τελευταία χρόνια γίνονται ολοένα και περισσότερες έρευνες για την ανακάλυψη αυτού του αόρατου ανθρώπινου ρυπαντή. Πέρσι μάλιστα είχε γίνει και Διεθνής Σύνοδος με θέμα τα μικροπλαστικά, η οποία όμως απέτυχε στο να χαραχθεί κάποια διεθνής στρατηγική περιορισμού των μικροπλαστικών. Στο συγκεκριμένο θέμα, πρέπει να υπάρξει πολιτική βούληση από κράτη και κυβερνήσεις, καθώς και πίεση από την κοινωνία των πολιτών για τον άμεσο περιορισμό του συμβατικού πλαστικού και την αντικατάστασή του από βιοδιασπώμενο, ή από άλλα υλικά όπως το χαρτί, μια εξίσωση που μάλλον θα αποδειχθεί αρκετά δύσκολη λόγω των βιομηχανιών πλαστικών. Αναφορικά με την ατομική δράση τώρα, οι ερευνητές πιστεύουν ότι το μόνο που μπορεί να κάνει ο άνθρωπος αυτή τη στιγμή είναι να μειώσει κατά το δυνατόν την έκθεσή του σε μικροπλαστικά, προτιμώντας τουλάχιστον συσκευασίες από άλλα υλικά.