Η τραγωδία με τις φωτιές στο Λος Άντζελες, εκτός από την φρίκη σε ανθρώπινο επίπεδο, αποκαλύπτει με τον πλέον εμφατικό τρόπο και το οικονομικό κόστος που μπορεί να φέρει η κλιματική αλλαγή. Στις ΗΠΑ το κοκτέιλ υψηλών θερμοκρασιών για την εποχή, ξηρασίας και εντονότατων ανέμων έχει οδηγήσει σε μια καταστροφή ολκής, η οποία υπολογίζεται ότι ξεπερνάει τα 150 δισ.δολάρια μέχρι αυτή τη στιγμή, με ακόμα ενεργά ορισμένα μέτωπα της πυρκαγιάς. Από αυτά, οι ασφαλισμένες απώλειες εκτιμάται πως είναι 8 με 10 δισ.δολάρια. Η συγκεκριμένη βιβλική καταστροφή έρχεται επίσης σε μια περίοδο αιχμής για τις ΗΠΑ, αφού σε μία μόλις εβδομάδα αναλαμβάνει καθήκοντα ο νέος πρόεδρος Ντόναλντ Τράμπ, ο οποίος ποτέ δεν έχει κρύψει την αδιαφορία και τη χλεύη του απέναντι στην κλιματική αλλαγή, ενώ με κάθε ευκαιρία λοιδορεί τους επιστήμονες περιβάλλοντος που προειδοποιούν για την ένταση των φυσικών καταστροφών με την πάροδο του χρόνου.
Οι έντονες φυσικές καταστροφές φυσικά δεν έχουν λείψει ούτε από την Ευρώπη, η οποία κάθε χρόνο βρίσκεται αντιμέτωπη με πυρκαγιές και πλημμύρες κυμαινόμενης έντασης, και γεωγραφικών συντεταγμένων, οι οποίες «γράφουν» υψηλότατες δαπάνες. Σε έρευνα που δημοσιεύθηκε μέσα στο 2024 από την Eurostat και το European Energy Agency, αποτυπώθηκαν αθροιστικά τα κόστη που έχουν προκύψει από τις φυσικές καταστροφές στην Γηραιά Ήπειρο στο διάστημα 1980-2023. Με αποπληθωρισμένες όλες τις τιμές και έτος-βάση το 2023, προέκυψε πως μέσα σε 43 χρόνια μετρήθηκαν ζημιές ύψους 738 δισεκατομμύρια ευρώ. Οι ζημιές αυτές δημιουργήθηκαν κατά 44% από πλημμύρες και κατά 29% από ακραία καιρικά φαινόμενα (καταιγίδες, χαλάζι, κτλ). Αναφορικά με τους καύσωνες, που επιταχύνουν προφανώς και τις πυρκαγιές, μετρήθηκε πως ευθύνονται για το 19% των καταστροφών, κατατάσσονται άρα στην τρίτη θέση, ωστόσο σε τέτοιου τύπου καταστροφές εντοπίζεται το 95% των θανάτων. Το υπόλοιπο 8% καταλαμβάνεται από έντονες ξηρασίες, δασικές πυρκαγιές, και εξαιρετικά ψυχρά κύματα.
Στην ίδια έρευνα έγινε και μια ανάλυση των μέσων ετήσιων οικονομικών απωλειών μέσα στο εξεταζόμενο διάστημα, όπου αποδείχθηκε αυτό που μπορούμε να παρατηρήσουμε και εμπειρικά, ότι δηλαδή οι απώλειες βαθμηδόν αυξάνονται, ως αποτέλεσμα των ολοένα και καταστροφικότερων φαινομένων. Συγκεκριμένα, την περίοδο 1980-1989 ήταν 8,5 δισ.ευρώ, ενώ το 1990-1999 έφτασαν τα 15,8 δισ. ευρώ. Αργότερα, από το 2010 έως το 2019 οι δαπάνες υπολογίστηκαν 17,8 δισ., για να φτάσουν στην κορύφωσή τους μέσα σε μόλις μια τριετία, από το 2020 έως το 2023 με το ρεκόρ των 44,5 δισ. . Μια γραμμική γραμμή τάσης μέσω αυτών των 10ετών μέσων όρων αντιπροσωπεύει αύξηση 53% από το 2009 έως το 2023, ή 2,9% ανά έτος.
Σε απόλυτα νούμερα η έρευνα ξεχώρισε και τα πέντε έτη με τις υψηλότερες δαπάνες, που παρουσιάζονται στον παρακάτω πίνακα:
Έτος |
Απόλυτη δαπάνη (σε δισ.ευρώ) |
2021 |
63 |
2022 |
56 |
2002 |
45,7 |
2023 |
43,9 |
1999 |
36,7 |
Στα καθ’ημάς, η Ελλάδα υπολογίστηκε ότι ζημιώθηκε από τις φυσικές καταστροφές σε όλο το διάστημα 1980-2023, κατά 16,4 δισ. ευρώ, εκ των οποίων το 5% αφορούσε ασφαλισμένα περιουσιακά στοιχεία. Το σύνολο αυτό την φέρνει στη 13η υψηλότερη θέση από τις 27 χώρες της Ε.Ε., βρισκόμενη ανάμεσα στην Πορτογαλία των 16,7 δισ. απωλειών και στην Αυστρία με 14,8 δισ. Αναφορικά με την θνησιμότητα από φυσικές καταστροφές, η Ελλάδα βρίσκεται σε παρόμοια κατάταξη, στην 16η θέση ανάμεσα στην Κροατία και την Αυστρία, με 874 καταγεγραμμένους θανάτους μέσα στα 43 χρόνια.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει λάβει φυσικά υπόψιν της όλες αυτές τις οικονομικές δαπάνες, στην χάραξη των περιβαλλοντικών της πολιτικών, αλλά όπως προκύπτει και από την έρευνα φαίνεται απίθανο η Ένωση να μπορέσει να μετριάσει τις οικονομικές επιπτώσεις αυτών των καταστροφών έως το 2030. Η ουσιαστική ελπίδα και αλλαγή μπορεί να έρθει μόνο με σαφή προσήλωση στις κοινές ενωσιακές, αλλά και τοπικές και περιφερειακές πολιτικές εντός των κρατών-μελών, οι οποίες πρέπει να έχουν ένα συνεκτικό ιστό ώστε να μπορέσουν να φέρουν αποτέλεσμα. Προς αυτή την κατεύθυνση δημιουργήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση η πλατφόρμα Climate-ADAPT EU, η οποία φιλοδοξεί να προωθήσει τη δράση και την ανταλλαγή γνώσεων σχετικά με την κλιματική αλλαγή και τις επιπτώσεις της, τις στρατηγικές και τα σχέδια προσαρμογής, ανάμεσα στους decision-makers για το κλίμα κάθε κράτους-μέλους.
Είναι σαφές ότι είμαστε μάρτυρες μιας εποχής που το περιβάλλον «αντεπιτίθεται» και μας βρίσκει συχνά ανέτοιμους και αθωράκιστους σε προσωπικό, αλλά και κρατικό επίπεδο. Το μόνο βέβαιο είναι ότι η τεταμένη αυτή κατάσταση, δεν μπορεί να σηκώσει αναχωρητισμούς από τις διεθνείς συμφωνίες για την ενέργεια και το κλίμα, μιας και το μόνο «κλειδί» για την λύση είναι η συντονισμένη προσπάθεια. Η εν εξελίξει τραγωδία των ΗΠΑ, έρχεται άλλωστε να το επιβεβαιώσει με τον πιο ζοφερό τρόπο.