Ο κόσμος πρέπει να βρει σταδιακά επενδύσεις 1,3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων έως το 2030 για να ενισχύσει όλους τους τύπους παραγωγής ενέργειας και υποδομών από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έως πετρέλαιο και φυσικό αέριο για να αποφευχθεί μια ενεργειακή κρίση, αναφέρει η JP Morgan στην πρώτο της ετήσιο outlook για την ενέργεια.
«Το βασικό μας εύρημα είναι ότι έως το 2030, η αύξηση της ζήτησης ενέργειας θα υπερβεί την αύξηση της προσφοράς κατά 20% περίπου με βάση τις τρέχουσες τάσεις, κυρίως με γνώμονα τις αναδυόμενες οικονομίες και τις προσπάθειές τους να αναπτύξουν και να βγάλουν τους πολίτες τους από τη φτώχεια», αναφέρουν οι αναλυτές της αμερικανικης τράπεζα Marko Kolanovic και Christyan Malek.
Οι επενδύσεις θα πρέπει να περιλαμβάνουν όλα τα καύσιμα, συμπεριλαμβανομένου του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και των πυρηνικών, με τη ζήτηση πετρελαίου μόνο να αναμένεται να αυξηθεί κατά περίπου 10% έως το 2030 και το φυσικό αέριο κατά 18%.
«Δεν είναι όλα τα καύσιμα ίσα και ως επί το πλείστο (και εντός αυτού του χρονικού ορίζοντα), οι διαφορετικές πηγές ενέργειας δεν είναι πλήρως ανταλλάξιμες – οι ηλιακοί συλλέκτες δεν μπορούν να αντικαταστήσουν το πετρέλαιο, που απαιτείται για παράδειγμα στη βιομηχανική παραγωγή πετροχημικών» αναφέρεται στο outlook της JP Morgan.
Η έρευνα έρχεται σε αντίθεση με το μήνυμα της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας (IEA), η οποία πέρυσι είπε ότι δεν χρειάζονται νέες επενδύσεις στα ορυκτά καύσιμα.
«Σε πολύ μακροχρόνια κλίμακα, όλες οι τρέχουσες πηγές ενέργειας θα θεωρούνται ως μεταβατικές προς μια ασφαλέστερη, καθαρότερη και φθηνότερη πηγή ενέργειας. Μακροπρόθεσμα, αυτό μπορεί να παρέχεται μόνο από την πυρηνική σύντηξη», ανέφερε η JP Morgan.
«Μέχρι να είναι διαθέσιμες κλιμακούμενες, αξιόπιστες, καθαρές και προσιτές τεχνολογίες, ο κόσμος θα πρέπει να συνεργαστεί με όλες τις τρέχουσες πηγές ενέργειας – ορυκτές και μη – και τα αντίστοιχα μειονεκτήματά τους», ανέφερε.
Τόνισε επίσης ότι οι παγκόσμιες δαπάνες για την τελική χρήση για την ενέργεια αναμένεται να αυξηθούν στο 9,5% του ΑΕΠ το 2022 από μέσο όρο 2015-2019 8,4%.
Μια περαιτέρω αύξηση του ενεργειακού κόστους θα δημιουργήσει μεγαλύτερη πιθανότητα κοινωνικής αναταραχής και επιβράδυνση της ενεργειακής μετάβασης, υπογράμμισε η JP Morgan.
Πηγή: Businessworld