Σημαντική ευκαιρία ανάπτυξης για τις ευρωπαϊκές τράπεζες χαρακτηρίζει η UBS το Ευρωπαϊκό Green Deal.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Κομισιόν, η επίτευξη του στόχου για τη μείωση των εκπομπών ρύπων κατά 55% έως το 2030 απαιτεί ετήσιες επενδύσεις στο ενεργειακό σύστημα που θα είναι κατά 350 δισ. ευρώ υψηλότερες την επόμενη δεκαετία από ό,τι ήταν την προηγούμενη δεκαετία.
Και αυτό, πέραν των 130 δισ. ευρώ που θα χρειαστεί η Ευρώπη για την επίτευξη άλλων περιβαλλοντικών στόχων.
Ασφαλώς, κάποιες από αυτές τις επενδύσεις θα χρηματοδοτηθούν από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης, με δεδομένο ότι τουλάχιστον το 37% των κονδυλίων του θα διοχετευθεί σε πράσινες επενδύσεις.
Όμως, όπως τονίζει η UBS, τα κρατικά κονδύλια δεν θα είναι αρκετά, άρα οι τράπεζες θα διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο. Ο ελβετικός επενδυτικός οίκος υπολογίζει ότι τα πράσινα ομόλογα θα αποτελούν το 25% των νέων εκδόσεων έως το 2023 στην Ευρώπη (και το 12% διεθνώς), κάτι που θα βοηθήσει τις προμήθειες από τις εκδόσεις ομολόγων να ξεπεράσουν τα επίπεδα του 2020.
Όπως σημειώνει η UBS, οι προμήθειες που βγάζουν οι τράπεζες από τις εκδόσεις πράσινων εταιρικών ομολόγων είναι κατά 10% χαμηλότερες σε σχέση με τις παραδοσιακές εκδόσεις, σε μία εξέλιξη που αντικατοπτρίζει τον ισχυρό ανταγωνισμό στη βιομηχανία.
Και την ίδια στιγμή, ένα ενεργειακά αποδοτικό στεγαστικό δάνειο είναι σε γενικές γραμμές κατά 10 μονάδες βάσης φθηνότερο από ένα παραδοσιακό στεγαστικό δάνειο, την ώρα που τα δάνεια για την αγορά ηλεκτρικών αυτοκινήτων είναι κατά 50 μονάδες βάσης φθηνότερα.
Αυτό σημαίνει ότι η κερδοφορία των τραπεζών για τα βιώσιμα δάνεια είναι κατά 10-15% χαμηλότερη, χωρίς όμως να συνυπολογίζονται πιθανοί αντισταθμιστικοί παράγοντες, όπως ο χαμηλότερος κίνδυνος default. Όπως εξηγούν οι αναλυτές, ένα πράσινο σπίτι θα πληρώνει χαμηλότερους λογαριασμούς κοινής ωφέλειας και θα κρατά καλύτερα την αξία του με την πάροδο των χρόνων, κάτι που σημαίνει ότι είναι ένα λιγότερο ριψοκίνδυνο asset.
Πηγή: Money Review