Ο Γιούαν Μπλερ, γιος του πρώην πρωθυπουργού της Βρετανίας, είναι απίθανο να μπει σε μια συνάντηση με έναν εργοδότη, επενδυτή ή πολιτικό που δεν αναγνωρίζει το όνομά του. Αλλά στην ηλικία των 39, ο συνιδρυτής της εταιρείας μαθητείας Multiverse Group Ltd, αξίας 1,7 δισεκατομμυρίων δολαρίων, έχει επίγνωση ότι γεννήθηκε προνομιούχος. «Είναι πολύ εύκολο να πιστέψεις ότι όλα είναι δυνατά απλώς επειδή ο πατέρας σου διοικεί τη χώρα», είπε.
.
Ο Μπλερ και τα αδέλφια του μετακόμισαν στη Ντάουνινγκ Στριτ το 1997, όταν ο πατέρας τους ξεκίνησε τη 10ετή θητεία του σαν πρωθυπουργός. Φοίτησε σε κρατικό σχολείο πριν σπουδάσει αρχαία ιστορία στο Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ και στη συνέχεια μετακόμισε στις ΗΠΑ για να σπουδάσει διεθνείς σχέσεις στο Γέιλ. Έπειτα, έπιασε μεταπτυχιακή πρακτική εργασία στη Morgan Stanley.
Εκει λέει πως συνειδητοποίησε κάτι. Οι άλλοι απόφοιτοι που έκανα πρακτική ήταν σχεδόν όλοι «λευκοί άνδρες», προερχόμενοι από προνομιούχα σπίτια και είχαν πτυχία θεωρητικών επιστημών. «Δεν είχαμε κάποιο θεϊκό δικαίωμα να είμαστε εκεί», διαπίστωσε ο Μπλερ.
Νέο καθεστώς στις μαθητείες
Σήμερα, ο Μπλερ έχει θέσει ως σκοπό να ανατρέψει αυτή την παράδοση που επικρατεί σε εταιρείες όπως η Microsoft, η Citigroup και η Morgan Stanley. Ο τρόπος που έχει επιλέξει είναι οι μαθητείες, αλλά όχι υπό το καθεστώς που επικρατούσε πριν από δεκαετίες. Η Multiverse προσφέρει εκπαίδευση στην εργασία πάνω σε δεξιότητες επεξεργασίας δεδομένων, μηχανική λογισμικού και επιχειρηματικό μετασχηματισμό. Στόχος είναι οι μαθητευόμενοι να προσλαμβάνονται με βάση τις ικανότητες και όχι τους ακαδημαϊκούς βαθμούς τους.
Ο Μπλερ υποστηρίζει ότι η αναγκαιότητα για πανεπιστημιακό τίτλο σπουδών προκειμένου κάποιος να εξασφαλίσει μια θέση εργασίας, έκανε τις εταιρείες να δίνουν τις καλύτερες δουλειές σε μια μειονότητα αποφοίτων ελίτ ιδρυμάτων που δεν αντιπροσώπευαν την κοινωνία.
Τα αποτελέσματα είναι ενθαρρυντικά. Πλέον τα 2/3 των μαθητευόμενων στις εταιρείες που συνεργάζονται με τη Multiverse είναι μαύροι, ασιάτες ή άλλης εθνικότητας. Επιπλέον, το 1/3 δικαιούνταν δωρεάν γεύματα στα σχολεία τους. Η Multiverse χρεώνει την κάθε εταιρεία με 1.500 λίρες για κάθε πρόσληψη και εν συνεχεία πληρώνεται για να παρέχει εκπαίδευση μέσω της Εισφοράς Μαθητείας, ενός χρηματικού ποσού που κάθε εταιρεία με 250 ή περισσότερους υπαλλήλους πρέπει να καταβάλει βάσει νόμου στην Αγγλία.
Η Multiverse έχει εξασφαλίσει την υποστήριξη μεγάλων επενδυτών όπως η GV, γνωστή προηγουμένως ως Google Ventures, η General Catalyst – η οποία έχει επενδύσει στην Airbnb και την Deliveroo – και η Index Ventures, αλλά και μελών της οικογένειας Walmart.
Παρά τα πρόσφατα στοιχεία της Reed Recruitment που δείχνουν ότι οι απόφοιτοι που ετοιμάζονται να αποφοιτήσουν αντιμετωπίζουν μια δυσκολία πρόσβασης στην αγορά εργασίας, ο Μπλερ υποστηρίζει ότι η Multiverse δεν βλέπει μείωση της ζήτησης.
Το ένα τρίτο των μαθητευομένων λαμβάνει αύξηση μισθού κατά την προαγωγή τους, ενώ βρίσκονται ακόμη στο πρόγραμμα, ενώ «τείνουν να λαμβάνουν καλύτερες αξιολογήσεις απόδοσης από τους αποφοίτους». Γιατί; Η Multiverse αναζητά «πυγμή ή αλλιώς ανθεκτικότητα», υποστηρίζει.
Η ανάγκη επανεκπαίδευσης
Εκτός από τους νεότερους μαθητευόμενους, η επανεκπαίδευση των υφιστάμενων εργαζομένων είναι ένα από τα ταχύτερα αναπτυσσόμενα τμήματα της επιχείρησης, καθώς οι εταιρείες προσπαθούν να προσαρμοστούν στην αυξανόμενη ζήτηση για δεξιότητες επεξεργασίας δεδομένων – αλλά με ένα εργατικό δυναμικό που είναι ανέτοιμο για την
Η Multiverse, η οποία έχει στο ενεργητικό της 10.000 μαθητευόμενους και αποφοίτους που έχουν συνεργαστεί με 1.000 επιχειρήσεις, εκπαιδεύει εργαζόμενους σε fast food, ταμίες και μάγειρες στο πώς να γίνουν αναλυτές δεδομένων και μηχανικοί λογισμικού.
Ενδεικτικό είναι ότι σύμφωνα με το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, περισσότεροι από 1 δισ. εργαζομένων θα χρειαστούν επανεκπαίδευση μέχρι το 2030. Για τους εργοδότες, τα οφέλη είναι προφανή. Οι εταιρείες αναζητούν τρόπους για να χρησιμοποιήσουν την Τεχνητή Νοημοσύνη και την αυτοματοποίηση για να αυξήσουν την αποδοτικότητα – και τελικά να αντικαταστήσουν θέσεις εργασίας.
Το Multiverse προσπαθεί να εντοπίσει τους ανθρώπους που κινδυνεύουν περισσότερο να χάσουν τη δουλειά τους μέσα στα επόμενα τρία χρόνια, παρέχοντάς τους τεχνολογική κατάρτιση σε μια προσπάθεια να αποφευχθεί ένα δαπανηρό κύμα απολύσεων και επαναπροσλήψεων. «Είναι πολύ πιο φθηνό να φέρουμε ανθρώπους μέσω αυτής της οδού από ό,τι να πάμε εξωτερικά», λέει ο Μπλερ.
moneyreview.gr με πληροφορίες από Bloomberg