ESG+Stories

Ποιοι κλάδοι προηγούνται στην εφαρμογή κριτηρίων ESG στην Ελλάδα

Συνέντευξη του κ. Νίκου Αυλώνα, προέδρου του Κέντρου Αειφορίας (CSE) και αντιπροέδρου του Ινστιτούτου Εταιρικής Ευθύνης CRI. Τί δείχνει η έρευνα του CSE για την ελληνική αγορά. 
Ποιοι κλάδοι προηγούνται στην εφαρμογή κριτηρίων ESG στην Ελλάδα

Χρηματοοικονομικός και ενεργειακός κλάδος καθώς επίσης και οι τηλεπικοινωνίες είναι οι κλάδοι που προηγούνται στη χώρα μας όσον αφορά την υιοθέτηση κριτηρίων ESG, έναν τομέα όπου η Ελλάδα έχει ωστόσο μακρύ δρόμο ακόμη να διανύσει.

Ο κ. Νίκος Αυλώνας, πρόεδρος του Κέντρου Αειφορίας (CSE) και αντιπρόεδρος του Ινστιτούτου Εταιρικής Ευθύνης CRI παραθέτει στη συνέντευξή του στο newmoney.gr τα πρώτα ευρήματα από τη δεύτερη Έρευνα ESG του Κέντρου Αειφορίας από την οποία είναι ενθαρρυντικό ότι προκύπτει αύξηση 22% των Εκθέσεων Βιώσιμης Ανάπτυξης (ESG) στην Ελλάδα σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο, έστω κι αν η χώρα μας είναι πιο πίσω σε σύγκριση με άλλες αγορές.

-Πού βρίσκεται η Ελλάδα και το εγχώριο επιχειρείν σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές αγορές όσον αφορά την εφαρμογή των κριτηρίων ESG;

Στην Ελλάδα γίνονται κάποια σημαντικά βήματα από τις μεγάλες εισηγμένες επιχειρήσεις αλλά γενικά υπάρχει δρόμος να διανύσουμε. Σίγουρα οι μεγάλες επιχειρήσεις έχουν μεγαλύτερες δυνατότητες ευελιξίας λόγω μεγέθους, αλλά και οι μεσαίες επιχειρήσεις υπό συνθήκες μπορούν να έχουν πολλαπλάσια οφέλη, αν πειστούν ότι και μέσω αυτής της οδού μπορούν να διασφαλίσουν την ανάπτυξη και τη βιωσιμότητά τους, ιδίως αν δραστηριοποιούνται μέσω εξαγωγών και στο εξωτερικό ή παράγουν προϊόντα για μεγάλες επιχειρήσεις.

Σημαντική είναι η ουσιαστική συμβολή του κράτους μέσω της υποστήριξης και της παροχής κινήτρων στις μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις για υιοθέτηση υπεύθυνων πρακτικών που σχετίζονται με το περιβάλλον, τη διακυβέρνηση αλλά και σημαντικά κοινωνικά θέματα. Για το κράτος αυτό είναι εξαιρετικά επωφελές για πολλαπλούς λόγους, όπως για παράδειγμα το γεγονός ότι με το καλό παράδειγμα κάποιων – συνήθως μεγάλων- εταιριών θα «παρασυρθούν» και άλλες επιχειρήσεις να κάνουν το καλό, και έτσι θα δημιουργηθεί μια νέα επιχειρηματική κουλτούρα που θα ωφελήσει την οικονομία συνολικά.

Επίσης, σημαντική είναι και η συμβολή φορέων και οργανισμών, όπως είναι το Ινστιτούτο Εταιρικής Ευθύνης CRI, ένας μη-κερδοσκοπικός οργανισμός με 14 χρόνια λειτουργίας στην Ελλάδα ως αποκλειστικός εκπρόσωπος του Εθνικού Δείκτη CR Index, σε συνεργασία με το βρετανικό οργανισμό Business in the Community (BITC) που τελεί υπό τη σκέπη του Πρίγκιπα Κάρολου. Ο Δείκτης CR Index είναι ένα στρατηγικό, διοικητικό εργαλείο που δίνει τη δυνατότητα σε επιχειρήσεις και οργανισμούς να αξιολογήσουν ανεξάρτητα τις ενέργειες τους στα θέματα ESG και να συγκρίνουν τις πρακτικές τους με τις πρακτικές αξιόλογων εταιρειών στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

Το Ινστιτούτο πρόσφατα ανέπτυξε και ένα νέο, σύγχρονο εργαλείο, την Πιστοποίηση CRI Pass, που είναι ειδικά σχεδιασμένη για μικρομεσαίες επιχειρήσεις αλλά και πολυεθνικές επιχειρήσεις, οι οποίες επιθυμούν να πιστοποιήσουν και διασφαλίσουν ότι πληρούν τις ελάχιστες απαιτήσεις της Εταιρικής Ευθύνης και Βιώσιμης Ανάπτυξης, ξεκινώντας με μία συνολική αξιολόγηση των επιδόσεών τους. Καθώς πρόκειται για μία ανεξάρτητη αξιολόγηση, η Πιστοποίηση συμβάλλει στη βελτίωση της αξιοπιστίας των επιχειρήσεων προς όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, ενώ τις υποστηρίζει στην εναρμόνιση με τα ελάχιστα κριτήρια ESG, διεθνή Standards όπως τα GRI, UN Global Compact, UN Sustainable Development Goals, καθώς και τη Νομοθεσία για τη δημοσιοποίηση μη χρηματοοικονομικών δεδομένων. Παράλληλα, υποστηρίζει τις επιχειρήσεις στη δημιουργία Έκθεσης Βιώσιμης Ανάπτυξης.

-Ποιοι ειδικότερα τομείς βρίσκονται πιο μπροστά σε σχέση με άλλους κλάδους στη χώρα μας και για ποιους λόγους;

Σύμφωνα με τη δεύτερη Έρευνα ESG του Κέντρου Αειφορίας (CSE) παρατηρείται πράγματι ότι κάποιοι επιχειρηματικοί κλάδοι είναι πρωτοπόροι στη χρήση κριτηρίων ESG, όπως ο χρηματοοικονομικός και ενεργειακός κλάδος και εκείνος των τηλεπικοινωνιών. Ο χρηματοοικονομικός κλάδος, συγκεκριμένα, είναι από τους πιο ώριμους καθώς καλείται να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην επίτευξη των στόχων της καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής μέσω βιώσιμων επενδύσεων και χρηματοδοτήσεων. Στο πλαίσιο αυτό έχουμε δει την έκδοση του πρώτου Green Bond που εξέδωσε στην Ελλάδα η Εθνική Τράπεζα, όπως και η πρώτη χρηματοδότηση με κριτήρια ESG από την Τράπεζα Πειραιώς στον Όμιλο ΤΕΡΝΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ.

Σημαντικό είναι όμως να αναφέρουμε ότι τα κριτήρια ESG αφορούν τις επιχειρήσεις ανεξαρτήτως κλάδου αλλά και μεγέθους που χρειάζονται χρηματοδότηση για να αναπτυχθούν περαιτέρω.  Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι τα funds στρέφονται όλο και περισσότερο στις εταιρείες που είναι φιλικές στο περιβάλλον και κοινωνικά πιο ευαίσθητες, καθώς θεωρούνται πιο αξιόπιστες και πιο ανθεκτικές για μακροπρόθεσμες επενδύσεις.

-Ποια είναι τα βασικά συμπεράσματα από την ετήρια έρευνα που πραγματοποιεί το Κέντρο Αειφορίας και ποια πρόοδο έχετε δει εσείς σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά  ή ακόμη και με τα νούμερα προ πανδημίας;

Η κυρίαρχη τάση, βάσει της έρευνας, είναι ότι αν και η συντριπτική πλειοψηφία των εισηγμένων μεγάλων επιχειρήσεων ειδικά στους 3 κλάδους που αναφέρθηκαν χρησιμοποιούν ήδη κάποια αξιόπιστα Πρότυπα αξιολόγησης, οι αξιολογήσεις που λαμβάνουν από έγκυρους φορείς αξιολόγησης (ESG Rating agencies), όπως για παράδειγμα ο CDP & ΜSCI, δεν είναι ακόμα σε εξαιρετικά υψηλό επίπεδο, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Αυτό έχει άμεση συνέπεια και στην εμπιστοσύνη που δείχνουν οι επενδυτές στις ελληνικές επιχειρήσεις.

Συνολικά παρατηρείται αύξηση 22% των Εκθέσεων Βιώσιμης Ανάπτυξης (ESG) στην Ελλάδα σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο.

Ένα μέρος μόνο των ελληνικών εισηγμένων Εταιρειών αξιολογούνται από διεθνή ESG Ratings, αν και αυτό αυξήθηκε θεαματικά σε σχέση με το 2020, καθώς πολύ περισσότερες εταιρείες έχουν μπει πλέον στα ραντάρ των διεθνών οίκων αξιολόγησης. Από τις 110 εταιρείες που εξέδωσαν έκθεση βιώσιμης ανάπτυξης για το 2019-2020, 32 έχουν παρουσία σε ένα ή περισσότερα ESG Ratings με σχετικά χαμηλές έως μεσαίες αξιολογήσεις κατά μέσο όρο. Από τις 32 αυτές εταιρείες, το 75% είναι μέρος του νέου δείκτη ESG του Χρηματιστηρίου Αθηνών.

-Τι ρόλο έχει παίξει γενικότερα η πανδημία όσον αφορά την υιοθέτηση τέτοιου είδους κριτηρίων;

Στην Ελλάδα, η επιχειρηματικότητα αντιμετώπισε μεγάλες προκλήσεις τα τελευταία χρόνια. Από τη μία η εκτεταμένη οικονομική και κοινωνική κρίση και από την άλλη η κρίση λόγω της πανδημίας Covid-19 επηρέασαν σημαντικά την ετοιμότητα των επιχειρήσεων να επιδείξουν την υπευθυνότητά τους.

Στην Ελλάδα σημειώθηκε μεγάλη πρόοδος της Εταιρικής Υπευθυνότητας και Βιώσιμης Ανάπτυξης παρά την κρίση της πανδημίας– ή μάλλον με αφορμή την κρίση, με αύξηση των κοινωνικών κυρίως δράσεων από τις εταιρίες (αφορά το γράμμα S – social από το ESG), οι οποίες συνέβαλλαν ουσιαστικά στην υποστήριξη κοινωνικά ευαίσθητων ομάδων. Συνολικά, η Εταιρική Υπευθυνότητα έγινε με αργά βήματα όλο και πιο συστηματοποιημένη, πιο μετρήσιμη, πιο συγκεκριμένη και περισσότερο συνδεδεμένη με την επιχειρηματική στρατηγική και τους επενδυτές.

Ένα σημαντικό ‘μάθημα’ που πήραν οι επιχειρήσεις κατά την κρίση της πανδημίας είναι ότι περισσότερο από ποτέ, οι πρακτικές βιώσιμης ανάπτυξης (ESG) με μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και ουσιαστική ευαισθησία είναι οι παράγοντες που θα εξασφαλίσουν ανθεκτικότητα, ευελιξία και ανάκαμψη από τις επόμενες πιθανές κρίσεις. Αυτό σημαίνει ότι η δημιουργία θετικού αντίκτυπου στην κοινωνία, το περιβάλλον και στους εργαζομένους είναι άμεσα συνυφασμένη με την ανάπτυξή τους, με την ίδια την επιβίωσή τους.

Ένα ακόμα θέμα που ανέδειξε η κρίση της πανδημίας είναι ότι όλες τις επιχειρήσεις τις αφορούν τα κριτήρια ESG με διαφορετικό τρόπο. Ακόμα και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που είναι πιο ευέλικτες ως προς τη διοίκησή τους και είναι ίσως πιο εύκολο να κάνουν εσωτερικές αλλαγές από ό,τι οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις, εφόσον κατανοήσουν ότι τα κριτήρια ESG αποτελούν και για εκείνες ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.

Ειδικό στον χώρο της κατασκευής αλλά και του τουρισμού, όπου συμμετέχουν πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, συγκεκριμένες πράσινες πιστοποιήσεις όπως και πρακτικές ή λύσεις που μειώνουν το περιβαλλοντικό αποτύπωμα θεωρούνται σήμερα ως βασικά κριτήρια λειτουργίας τους.

Συνολικά αυτό που πρέπει να κατανοήσουν οι ελληνικές επιχειρήσεις είναι ότι θα πρέπει να αλλάξουν σημαντικά το επιχειρηματικό τους μοντέλο για να γίνουν πιο διαφανείς και να αρχίζουν να δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα στα κριτήρια ESG.

ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ