Οι μοντελοποιήσεις των ηλεκτρονικών υπολογιστών μάς είχαν προειδοποιήσει ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1970: αν συνεχίζαμε να αντλούμε πόρους της γης, να ρυπαίνουμε σε μαζική κλίμακα και να αυξανόμαστε σε αριθμούς ο πολιτισμός θα κατέρρεε μέσα σε έναν αιώνα. Η μοντελοποίηση έδειξε πάνω-κάτω αυτά που συμβαίνουν σήμερα: κλιματική αλλαγή, ανυδρία, μικροπλαστικά να καταστρέφουν κάθε γωνιά του πλανήτη. Αλλά δεν δώσαμε σημασία στην τεχνολογία της δεκαετίας του 1970, ούτε στο βιβλίο «The Limits to Growth» (Τα όρια της ανάπτυξης), που εξέδωσε το 1972 η Λέσχη της Ρώμης. Το βιβλίο ωστόσο πούλησε εκατομμύρια αντίτυπα και μεταφράστηκε σε τουλάχιστον 30 γλώσσες, προκαλώντας διαμάχες. Πράγματι βασιζόταν σε πολύ πρώιμες μοντελοποιήσεις του MIT και προσπαθούσε να διατυπώσει με απλουστευμένο τρόπο τα περίπλοκα παγκόσμια συστήματα. Όλα τα μοντέλα των Η/Υ είναι λανθασμένα, αλλά μερικά είναι χρήσιμα: αυτό το μοντέλο δεν ήταν καν λανθασμένο και παρότι προειδοποιούσε για τις ζημιές της λεηλασίας των πόρων, η ανθρωπότητα συνέχισε να αδιαφορεί για τον υπερπληθυσμό και τη ρύπανση.
Το βιβλίο «The Limits to Growth» είχαν γράψει τέσσερις, νέοι τότε, επιστήμονες —η Donella H. Meadows, ο Dennis L. Meadows, ο Jørgen Randers και ο William W. Behrens IΙΙ— που προσπαθούσαν να απαντήσουν στο θεμελιώδες ερώτημα: Είναι δυνατόν να επεκταθεί η ανθρώπινη ανάπτυξη χωρίς αρνητικές συνέπειες; Ήταν μια σοβαρή προσπάθεια χρήσης των γνώσεων και των καλύτερων εργαλείων υπολογιστών που διαθέταμε τότε ώστε να προσομοιωθούν μια σειρά από σενάρια για το μέλλον. Μπορούσαμε άραγε να βρούμε μια ισορροπία μεταξύ της ανθρώπινης ευημερίας ή της ανθρώπινης ανάπτυξης και του γεγονότος ότι οι πόροι ήταν πεπερασμένοι; Κινδυνεύουμε από κατάρρευση; Τι μπορεί να μειώνει τη ρύπανση; Πώς μπορούμε να περιορίσουμε την κατανάλωση;
Οι κύριες μεταβλητές είναι πέντε: πληθυσμός, παραγωγή τροφίμων, βιομηχανική παραγωγή, φυσικοί πόροι και ρύπανση. Αυτό που προκαλεί κατάρρευση στα περισσότερα σενάρια είναι ένας συνδυασμός, όχι μόνο ένα πράγμα. Ανάμεσα στα ερωτήματα ήταν ότι αν η δικαιοσύνη στη διαχείριση των πόρων θα μπορούσε να διασώσει την ανθρωπότητα και τον πολιτισμό της, αν μια καλύτερη σχέση με τους άλλους ανθρώπους και με τη φύση, αν π.χ. η αποσύνδεση της ευημερίας από την αύξηση της κατανάλωσης θα έκανε το μέλλον μας πιο σίγουρο. Είναι αλήθεια ότι το μέσο αποτύπωμα των ανθρώπων στις ΗΠΑ είναι 20 φορές εντονότερο από το μέσο αποτύπωμα στην Αφρική —ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι η αύξηση του πληθυσμού στην Αφρική είναι επιθυμητή· ο μεγαλύτερος πληθυσμός σημαίνει αθροιστικό μεγαλύτερο οικολογικό αποτύπωμα. Εξάλλου, στην Αφρική λείπουν οι υποδομές διαχείρισής του· π.χ. η βιομηχανία της ανακύκλωσης.
Oι συγγραφείς του «The Limits to Growth» (LTG) χρησιμοποίησαν το μοντέλο World3 για να προσομοιώσουν τις συνέπειες των αλληλεπιδράσεων μεταξύ της Γης και των ανθρώπινων συστημάτων. Βασίστηκαν στις εργασίες του Jay Forrester από το MIT, και ιδιαίτερα στο βιβλίο του World Dynamics. Για την έρευνα και τη συγγραφή συνεργάστηκαν 17 ερευνητές, οι οποίοι συνέχισαν τη δουλειά αυτή με διαρκείς ενημερώσεις: το 1992 κυκλοφόρησε το Beyond the Limits ενώ το 20024 το «The Limits to Growth: The 30-Year Update». Το 2012, ο Νορβηγός συν-συγγραφέας Jørgen Randers δημοσίευσε το «2052: A Global Forecast for the Next Forty Years» και το 2022, μαζί με τον Dennis Meadows και άλλους 19 επιστήμονες έβγαλαν το «Limits and Beyond». Το συμπέρασμα είναι πάνω-κάτω το εξής: αν ο ρυθμός του πληθυσμού διατηρηθεί μαζί με την εξόρυξη γήινων πόρων, έχουμε περίπου 100 χρόνια ζωής στον πλανήτη. Βεβαίως, στο πέρασμα του χρόνου κάποιοι παράγοντες μπορούν να αλλάξουν και θα αλλάξουν· π.χ. η εισαγωγή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Υπάρχει ένα υπαρξιακό δίλημμα. Πολλοί πολιτικοί του 20ού αιώνα, όπως ο Ρόναλντ Ρέιγκαν και η Μάργκαρετ Θάτσερ, είχαν μια επικούρεια αντίληψη σε πλανητική κλίμακα: ας ζήσουμε στο μάξιμουμ και ας καταστραφούμε όλοι μαζί στα μέσα του 21ου αιώνα. Η αντίθετη αντίληψη είναι πιο συντηρητική υπό την έννοια ότι παίρνει υπόψη τον παράγοντα της βιωσιμότητας των αγέννητων. Όταν κυκλοφόρησε πάντως το βιβλίο «The Limits to Growth», απορρίφθηκε από πολλούς ως προφητεία για την Ημέρα της Κρίσεως. Στους οικονομολόγους δεν άρεσε γιατί η ανάπτυξη είναι εγγενής στον καπιταλισμό, τουλάχιστον στον καπιταλισμό του 20ού αιώνα που κάλπαζε χωρίς να ενδιαφέρεται αν καίει ή αν κλέβει τον χρόνο των ανθρώπων στο μέλλον. Ο χρόνος των επερχόμενων γενεών θα ξοδευτεί στην αποπληρωμή του χρέους που έχει συσσωρευτεί· μιλάμε για χρέος οικονομικό και οικολογικό. Σήμερα ξέρουμε ότι θα ξεμείνουμε από πόρους, αλλά πασχίζουμε να βρούμε άλλους ελπίζοντας ότι θα μας σώσει η τεχνολογία.
Μισό αιώνα από την έκδοση του βιβλίου αντιμετωπίζουμε την υπερθέρμανση και την απώλεια της βιοποικιλότητας. Αλλά έχουμε κάνει αρκετά βήματα στην αντιμετώπιση της παγκόσμιας φτώχειας όπως και στην εξεύρεση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Εκτυλίσσεται μια αθόρυβη επανάσταση που δεν τη βλέπουμε ακόμα. Ίσως μάς κάνει λίγο πιο αισιόδοξους το ότι το «Τhe Limits of Growth» γράφτηκε όταν ακόμα πόλεις σαν το Ντένβερ και το Λος Άντζελες ήταν τυλιγμένες στην αιθαλομίχλη.
Πηγή: Athens Voice.gr