Καθώς σχεδόν 200 κράτη συγκεντρώνονταν στη σύνοδο κορυφής των Ηνωμένων Εθνών για το κλίμα COP27 την προπερασμένη εβδομάδα, η Ιαπωνία ανακοίνωνε μια ελάχιστα αντιληπτή αλλαγή η οποία ρίχνει φως στο τι συμβαίνει με την παγκόσμια διπλωματία γύρω από την ενέργεια και την κλιματική αλλαγή στα παρασκήνια.
Χωρίς φανφάρες, το Τόκιο μετονόμασε την κρατική εταιρεία φυσικών πόρων του, η οποία βοηθά τις εταιρείες της χώρας να επενδύουν σε υπερπόντια έργα πετρελαίου, φυσικού αερίου και εξόρυξης, σε "Ιαπωνικό Οργανισμό για τα Μέταλλα και την Ενεργειακή Ασφάλεια".
Μπορεί να ακούγεται σαν μια ασήμαντη αλλαγή ονόματος, αλλά είναι μια σημαντική ένδειξη για το πού βρίσκεται η προτεραιότητα για πολλές χώρες, ιδιαίτερα στην Ασία. Η ενεργειακή ασφάλεια βρίσκεται πια στο επίκεντρο.
Το γεγονός ότι Ιαπωνία ηγείται μιας τέτοιας εστίασης έχει ιδιαίτερη σημασία επειδή το Τόκιο θα προεδρεύσει της ομάδας των επτά παραδοσιακών βιομηχανικών δυνάμεων του πλανήτη (G7) το 2023, πράγμα που της δίνει έναν ισχυρό άμβωνα για να διαμορφώνει την παγκόσμια ατζέντα. Η Ιαπωνία δεν έχει ακόμη ανακοινώσει τις προτεραιότητές της για την G7, ωστόσο, όπως μαθαίνω από διπλωμάτες στην Ασία, η ενεργειακή ασφάλεια θα είναι ψηλά στην ατζέντα.
"Τρίλημμα"
Στον κόσμο των φυσικών πόρων, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής παλεύουν εδώ και καιρό με ένα "τρίλημμα": πώς να επιτύχουν ασφάλεια εφοδιασμού, διατηρώντας ταυτόχρονα χαμηλά τις τιμές και προστατεύοντας το περιβάλλον - ταυτόχρονα και για εμπορεύματα από το αργό πετρέλαιο μέχρι το σιτάρι και το αλουμίνιο. Ένα τέτοιο τρίλημμα σημαίνει συχνά ότι ένα από τα τρία ζητήματα δίνει τη θέση του στα άλλα δύο.
Στις δεκαετίες του 1970 και του 1980, με νωπές αναμνήσεις από την πρώτη και τη δεύτερη πετρελαϊκή κρίση, η ασφάλεια του εφοδιασμού και η οικονομική προσιτότητα υπερίσχυσαν της βιωσιμότητας. Το 1979, για παράδειγμα, τα κράτη της G7 έφτασαν στο σημείο να δεσμευτούν στην ετήσια σύνοδο κορυφής "να αυξήσουν όσο το δυνατόν περισσότερο τη χρήση άνθρακα" για να μειώσουν το ενεργειακό κόστος. Η ισορροπία του τριλήμματος άρχισε να αλλάζει στις αρχές της δεκαετίας του '90, με την άνοδο του σύγχρονου περιβαλλοντικού κινήματος. Τη δε τελευταία δεκαετία, καθώς αυξάνονται τα στοιχεία περί της υπερθέρμανσης του πλανήτη, η κλιματική αλλαγή είχε λάβει προτεραιότητα.
Η τρέχουσα ενεργειακή κρίση αναγκάζει τις κυβερνήσεις να σταθμίσουν ξανά τις προτεραιότητές τους. Η ασφάλεια και η οικονομική προσιτότητα επιστρέφουν. Είναι αλήθεια ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής επιμένουν ότι δεν κάνουν πίσω στον αγώνα τους κατά της κλιματικής αλλαγής. Αλλά είναι σαφές ότι το περιβάλλον δεν είναι πλέον η απόλυτη προτεραιότητα. Στην καλύτερη περίπτωση, είναι πρώτη μεταξύ ίσων. Στη χειρότερη, έρχεται δεύτερη.
Δείτε την άποψη του Γιασουτόσι Νισιμούρα, υπουργού Οικονομίας, Εμπορίου και Βιομηχανίας της Ιαπωνίας, ενός εξαιρετικά ισχυρού φορέα ο οποίος είναι περισσότερο γνωστός με το ακρωνύμιο METI. "Οι χώρες μοιράζονται τον στόχο της επίτευξης ουδετερότητας εκπομπών ρύπων άνθρακα, ενώ ταυτόχρονα θα διασφαλίζουν σταθερό ενεργειακό εφοδιασμό", εξηγούσε την προπερασμένη εβδομάδα στο συνέδριο Bloomberg New Economy Forum στη Σιγκαπούρη. Παρατηρήστε πώς βάζει την κλιματική αλλαγή και την ενεργειακή ασφάλεια στο ίδιο επίπεδο.
Η νέα έμφαση στην ασφάλεια είναι ένας βασικός λόγος για τον οποίο η COP27 σημείωσε τόσο μικρή πρόοδο σε ό,τι πραγματικά έχει σημασία για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής - δηλαδή, την ανάγκη μείωσης της κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων και εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στην υπερθέρμανση του πλανήτη. Οι πλούσιες χώρες έκαναν ένα πρώτο βήμα για να πληρώσουν τις φτωχότερες για τις απώλειες που υφίστανται λόγω της κλιματικής αλλαγής, ωστόσο η σύνοδος κορυφής δεν έκανε πολλές άλλες προόδους. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έπρεπε να απειλήσει να αποχωρήσει προκειμένου να αποφευχθεί περαιτέρω οπισθοδρόμηση στους στόχους.
Σταθμίσεις
Από πολλές απόψεις, αυτό δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη. Παρά τους ισχυρισμούς ότι η ενεργειακή κρίση δεν θα εκτροχιάσει τον αγώνα κατά της κλιματικής αλλαγής, είναι απλώς αδύνατο οι κυβερνήσεις να μην επανεξετάζουν τις προτεραιότητες. Ακόμη και οι πλουσιότερες χώρες που συγκεντρώνονται στο κλαμπ του ΟΟΣΑ (Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη) υποφέρουν. Φέτος, θα ξοδέψουν το 17,7% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) τους στην ενέργεια, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΟΟΣΑ, το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό όλων των εποχών και σχεδόν ίσο με το 17,8% του 1980-1981, κατά τη διάρκεια του δεύτερου πετρελαϊκού σοκ.
Το ποσοστό του ΑΕΠ που θα δαπανήσουν οι χώρες του ΟΟΣΑ για ενεργειακές ανάγκες το 2022 θα αγγίξει ιστορικό υψηλό
Ευτυχώς, το σημερινό ενεργειακό τρίλημμα δεν είναι τόσο δύσκολο όσο εκείνο με το οποίο βρέθηκαν αντιμέτωποι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της G7 το 1979, όταν στράφηκαν στον άνθρακα ως λύση, κατά ειρωνικό τρόπο κατά τη διάρκεια μιας συνόδου κορυφής και πάλι στο Τόκιο. Τέσσερις δεκαετίες αργότερα, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) καθιστούν δυνατή τόσο την προστασία του πλανήτη όσο και τη βελτίωση της ασφάλειας.
Όπως έδειξε την τρέχουσα χρονιά ο Βλαντιμίρ Πούτιν, όταν και χρησιμοποίησε ως όπλο πίεσης κατά της Ευρώπης την προμήθεια φυσικού αερίου, τα ορυκτά καύσιμα δεν προσφέρουν μεγαλύτερη ασφάλεια από την πράσινη ενέργεια. Η G7 πρέπει να δώσει ώθηση για περισσότερη αιολική και ηλιακή ενέργεια, να βελτιώσει τις αλυσίδες εφοδιασμού, να αυξήσει τις δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη και να επιταχύνει την έγκριση έργων. Κάθε σπίτι και ένα ηλιακό πάνελ πρέπει να είναι ο στόχος. Η πυρηνική ενέργεια είναι επίσης ένα εξαιρετικό εργαλείο, το οποίο συνδυάζει προστασία του περιβάλλοντος και ενεργειακή ασφάλεια.
Η δε μεγαλύτερη συμβολή την οποία θα μπορούσε να κάνει η Ιαπωνία στην επίλυση του ενεργειακού τριλήμματος είναι να επικεντρωθεί στη μείωση της ζήτησης. Η καλύτερη πηγή ενέργειας είναι εκείνη η οποία δεν καταναλώνεται.
Στο παρελθόν, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής προσπάθησαν λανθασμένα να αντιμετωπίσουν την κλιματική αλλαγή περιορίζοντας την προσφορά, ακόμη και όταν η ζήτηση συνέχιζε να αυξάνεται. Ως αποτέλεσμα, η παγκόσμια οικονομία έχει υποεπενδύσει σε νέο εφοδιασμό πετρελαίου και φυσικού αερίου και οι τιμές είναι πιθανό να παραμείνουν υψηλότερες απ' ό,τι θα έπρεπε. Η λύση είναι να εργαστεί κανείς για να μειώσει τη ζήτηση - και γρήγορα.
Αυτό είναι φυσικά πιο εύκολο να ειπωθεί παρά να γίνει πράξη. Προς το παρόν, η ζήτηση για ορυκτά καύσίμα αυξάνεται, με το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και τον άνθρακα να είναι πιθανό να σημειώσουν νέα ρεκόρ κατανάλωσης το 2023. Όσο ισχύει κάτι τέτοιο, ο κόσμος θα βαδίζει προς τη λάθος κατεύθυνση.
Ωστόσο, η Ιαπωνία μπορεί να δείξει ότι υπάρχει και άλλος δρόμος. Το 1979, κατανάλωνε 5,5 εκατομμύρια βαρέλια αργού πετρελαίου την ημέρα. Φέτος, θα χρειαστεί μόλις 3,4 εκατομμύρια. Αυτό είναι ένα βήμα προς την επίλυση του τριλήμματος, ωστόσο η αναπαραγωγή του αλλού θα απαιτήσει μια τεράστια και δαπανηρή προσπάθεια για να εξηλεκτριστούν τα πάντα, από τη θέρμανση μέχρι την οδήγηση. Η G7 πρέπει να ταχύνει τον βηματισμό της για ακόμη μια φορά.
Πηγή: Bloomberg Opinion, Capital.gr