Η Καλιφόρνια είναι η τελευταία σε μια σειρά αμερικανικών Πολιτειών που υποχρεώνουν τους εργοδότες να δημοσιεύουν αναλυτικά στοιχεία των μισθών που προσφέρουν, σε μια προσπάθεια να σταματήσουν οι μισθολογικές διακρίσεις λόγω φύλου και άλλων παραγόντων, και να αποκατασταθεί η ισοτιμία μεταξύ των εργαζόμενων.
.
Ο νόμος, τον οποίο υπέγραψε στις 27 Σεπτεμβρίου 2022 ο Κυβερνήτης Γκάβιν Νιούσομ, υποχρεώνει κάθε εργοδότη με τουλάχιστον 15 εργαζόμενους να δημοσιεύει τη μισθολογική κλίμακα σε κάθε αγγελία για θέση εργασίας. Επίσης, υποχρεώνει όλες τις εταιρείες που απασχολούν περισσότερα από 100 άτομα να υποβάλουν κάθε έτος τα στοιχεία μισθοδοσίας στη Γραμματεία Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Civil Rights Department) της Καλιφόρνιας, παρέχοντας μια εικόνα των εργαζόμενών τους ανά φυλή, εθνικότητα και φύλο, όπως και τη διάμεση και τη μέση ωριαία αποζημίωση για κάθε ομάδα.
Με την ψήφιση αυτού του νόμου, η Καλιφόρνια αποτελεί μία από τις Πολιτείες και πόλεις που ήδη εισήγαγαν ή πρόκειται να ψηφίσουν νόμους με στόχο να ρίξουν φως στις μισθολογικές πρακτικές. Το 2021 ψηφίστηκε στο Κολοράντο ο νόμος περί ίσης αμοιβής για ίδια εργασία, ενώ ο νόμος για τη μισθολογική διαφάνεια στην πόλη της Νέας Υόρκης πιθανόν να ψηφιστεί τον ερχόμενο Νοέμβριο.
Στο Μέριλαντ, ο εργοδότης ήδη υποχρεούται να δηλώνει τι μισθούς προσφέρει εφόσον του ζητηθεί. Παράλληλα, η νομοθεσία στο Κονέκτικατ, στη Νεβάδα και στο Ρόουντ Άιλαντ διασφαλίζει την ενημέρωση για τα μισθολογικά κλιμάκια κατά τη διαδικασία πρόσληψης. Σύμφωνα με τους υποστηρικτές της νομοθεσίας για τη μισθολογική διαφάνεια, με αυτόν τον τρόπο υπάρχει λογοδοσία. Η γεφύρωση του χάσματος ξεκινάει από τη γνώση τού πόσο μεγάλο είναι αυτό.
Συνολικά, η εικόνα έχει ως εξής: Στις ΗΠΑ, οι γυναίκες που εργάζονται με πλήρη απασχόληση εξακολουθούν να αμείβονται περίπου με το 83% του μισθού των αντρών ένα ποσοστό που μετά βίας άλλαξε τα τελευταία χρόνια, ενώ οι μαύρες και Λατίνες γυναίκες αμείβονται με χαμηλότερους μισθούς απ’ ό,τι οι λευκές. Ταυτόχρονα, υπάρχουν και άλλα μισθολογικά χάσματα, όπως εκείνα που αφορούν ΑμεΑ και μέλη της ΛΟΑΤ+ κοινότητας.
Τα αίτια των διαφοροποιήσεων είναι πολλά. Για παράδειγμα, η –πιθανότερη για τις γυναίκες- διακοπή της καριέρας λόγω των ευθυνών που έχει η ανατροφή παιδιών. Επίσης, είναι πιο πιθανό να εργάζονται σε κλάδους που αμείβονται με χαμηλότερους μισθούς Επιπλέον, οι εταιρείες μπορεί να αμείβουν συγκεκριμένες ομάδες εργαζόμενων, μεταξύ αυτών τις γυναίκες και ειδικά τις έγχρωμες γυναίκες, με χαμηλότερους μισθούς απ’ ό,τι, για παράδειγμα, τους λευκούς άντρες.
Παράλληλα, τα στοιχεία δείχνουν πως γυναίκες και άτομα που ανήκουν σε μειονότητες έχουν την τάση να ζητούν πιο χαμηλούς μισθούς κάτι που μπορεί να αντιμετωπιστεί με την αναφορά των αμοιβών στις αγγελίες για θέσεις εργασίας. Η παρουσίαση του μισθολογίου των εταιρειών θα παρείχε στοιχεία για το πώς εξελίσσονται διάφορες ομάδες στο εσωτερικό τους και εάν υπάρχουν ανισότητες.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, ενώ πολλοί από τους τελευταίους νόμους προετοιμάζονται εδώ και καιρό, η διάθεση του εργατικού δυναμικού τα τελευταία δύο χρόνια και οι προσδοκίες των νεότερων εργαζόμενων πιέζουν τους νομοθέτες για δράση. Αυτοί οι νόμοι θα μπορούσαν να φέρουν μια ισορροπία και να προτρέψουν και εταιρείες τις οποίες δεν αγγίζει η νομοθεσία να ακολουθήσουν. Ωστόσο, είναι μόνο ένα βήμα προς την αντιμετώπιση του μισθολογικού χάσματος, ενός προβλήματος παγιωμένου και συστημικού.
Πώς θα γεφυρωθεί το χάσμα
Σε πολλές χώρες, μεταξύ αυτών οι ΗΠΑ, η μισθολογική αδιαφάνεια αποτελεί κεντρικό στοιχείο της αγοράς εργασίας, που παραδοσιακά ωφελεί τους εργοδότες. Επέτρεψε σε εταιρείες να κρατήσουν στάσιμες τις αμοιβές σε περιόδους πληθωρισμού ή όταν ανέβηκαν οι μισθοί για τα ταλέντα, ενώ οι εργαζόμενοι δεν είχαν πρόσβαση σε δεδομένα σχετικά με το πόσο δίκαια αμείβονται. Πολλοί επικεφαλής επιχειρήσεων είναι παραδοσιακά υπέρμαχοι της μισθολογικής αδιαφάνειας, καθώς μια κουλτούρα μυστικότητας μπορεί να κρατήσει σε χαμηλά επίπεδα τα έξοδα μισθοδοσίας μιας εταιρείας, ενώ μια σχετική νομοθεσία θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα μηνύσεις και πρόστιμα.
Όμως κάποιες εταιρείες δεν έχουν πλέον περιθώρια επιλογής. Ο Ντάνιελ Ζάο, επικεφαλής οικονομολόγος στην εταιρεία Glassdoor, με έδρα το Σαν Φρανσίσκο, η οποία συλλέγει και αναλύει στοιχεία μισθοδοσίας εταιρειών απ’ όλο τον κόσμο, εξηγεί πως η πρόσφατη επέκταση της σχετικής νομοθεσίας αποτελεί κομμάτι μακροχρόνιας πίεσης για την αύξηση της διαφάνειας -και ως εκ τούτου της ισότητας- στην αγορά εργασίας.
Σύμφωνα με τον Ζάο, αυτή η τάση έχει επιταχυνθεί από την τεχνολογία και από ιστοσελίδες που ενημερώνουν για το ύψος μισθών, όπως η Glassdoor, η οποία αντλεί πληροφορίες από εργαζόμενους σε διάφορους κλάδους, χώρες και κλιμάκια. Όπως αναφέρει ο ίδιος, αυτές οι πλατφόρμες «συντελούν στην υιοθέτηση μιας κουλτούρας διαφάνειας, ειδικά από τους νεότερους εργαζόμενους που εισέρχονται σήμερα στην αγορά εργασίας».
Στο μεταξύ, και η δυναμική της παρούσας αγοράς εργασίας -χαμηλά ποσοστά ανεργίας και δυσκολία ανεύρεσης εργατικού δυναμικού σε πολλούς κλάδους ασκεί πίεση για μεγαλύτερη διαφάνεια. Οι εργαζόμενοι έχουν περισσότερο θάρρος να διεκδικήσουν, ενώ οι εταιρείες πρέπει να προσπαθήσουν πιο σκληρά για να προσελκύσουν ταλέντα. Σύμφωνα με την Παβλίνα Ντραγκάνοβα -που εργάζεται για την πλατφόρμα Organise, η οποία μάχεται για μισθολογική διαφάνεια και ισότητα στις εργασιακές συνθήκες-, ανεξάρτητα από το οικονομικό κλίμα, το αίτημα είναι ξεκάθαρο: «Τις τελευταίες δεκαετίες, υπάρχουν όλο και περισσότερα στοιχεία πως η μισθολογική διαφάνεια μπορεί να αποτελέσει βασικό εργαλείο στη γεφύρωση μισθολογικών χασμάτων λόγω φύλου κι εθνικότητας, καθιστώντας το πεδίο αυτό ελκυστικό για τους νομοθέτες».
Για παράδειγμα, τον Μάιο του 2022, ακαδημαϊκοί εξέδωσαν μελέτη όπου αναλύεται η επίδραση της νομοθεσίας για τη μισθολογική διαφάνεια που εφαρμόστηκε το 2006 στη Δανία, η οποία υποχρεώνει εταιρείες με περισσότερους από 35 εργαζόμενους να υποβάλλουν τα μισθολογικά στοιχεία ανά φύλο για ομάδες εργαζόμενων αρκετά μεγάλες, ώστε να προστατεύεται η ανωνυμία τους. Αποτέλεσμα αυτής της νομοθεσίας ήταν η μείωση του έμφυλου μισθολογικού χάσματος στις εταιρείες τις οποίες αφορούσε η νομοθεσία, ενώ τα οφέλη των επιχειρήσεων παρέμειναν άθικτα. Σε παρόμοια αποτελέσματα κατέληξαν και μελέτες σε Καναδά και Ηνωμένο Βασίλειο.
Είναι επίσης σημαντικό ότι κατά την πρόσληψη, η ευθεία αναφορά στο μισθολογικό ξεκαθαρίζει το τοπίο στην περίπτωση, δηλαδή, που οι προσδοκίες του υποψήφιου εργαζόμενου διαφέρουν πολύ από εκείνες του εργοδότη.
Bραχυπρόθεσμα, η αυξημένη μισθολογική διαφάνεια ίσως οδηγήσει σε υψηλά ποσοστά αποχωρήσεων, καθώς οι εργαζόμενοι θα μαθαίνουν πόσο θα αμείβονταν για τις ικανότητές τους στην ελεύθερη αγορά. Ίσως κάποιοι που θα ανακαλύψουν ότι είναι κακοπληρωμένοι αποκτήσουν περισσότερη αυτοπεποίθηση και παραιτηθούν.
Μια λιγότερο αδιαφανής αγορά πιθανόν να οδηγήσει σε χαμηλότερα ποσοστά αποχώρησης και μεγαλύτερης σταθερότητας, λόγω υψηλότερων ποσοστών παραμονής στις θέσεις εργασίας, κάτι που θα τους ωφελήσει όλους.
Βέβαια η αγορά εργασίας δεν θα διορθωθεί με μαγικό ραβδί. Πρώτα απ’ όλα, παρά τη δημοσιοποίηση των μισθών, ίσως σε κάποιες ομάδες -όπως σε μειονότητες- να εξακολουθήσει να προσφέρεται πιο χαμηλός μισθός, ενώ άλλες κατηγορίες -όπως λευκοί άνδρες- να διαπραγματεύονται υψηλούς μισθούς. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου από το 2017 όλες οι εταιρείες με 250 εργαζόμενους και πάνω υποχρεούνται να δημοσιεύουν ετήσια αναφορά μισθολογικής διαφοράς βάσει φύλου, κάποιοι εκμεταλλεύονται «παραθυράκια» για να υποβαθμίσουν τις μισθολογικές διαφοροποιήσεις στην επιχείρησή τους.
Επίσης, δεν υπάρχουν ακράδαντα στοιχεία αιτιατής σχέσης ότι, δηλαδή, όλες οι εταιρείες που δημοσιοποιούν με ακρίβεια τα στοιχεία τους δημιουργούν πιο δίκαιες συνθήκες εργασίας. Δεν οδηγεί αυτόματα σε ομοιόμορφη γεφύρωση όλων των χασμάτων και απάλειψη της ανισότητας. Η αποκατάσταση μιας μισθολογικής διαφοράς δεν σημαίνει ότι θα υπάρξει και ισοτιμία στο εργατικό δυναμικό.
Ωστόσο η μισθολογική διαφάνεια ίσως συντελεί προς την επίλυση μακροχρόνιων ζητημάτων μισθολογικής ισότητας και ισοτιμίας μεταξύ των εργαζόμενων. Είναι ένα κομμάτι του παζλ. Από μόνη της δεν μπορεί να εγγυηθεί ένα καλό εργασιακό περιβάλλον για τους εργαζόμενους ή μια κερδοφόρα επιχείρηση για τους εργοδότες.
Τα πράγματα έχουν πάρει τον δρόμο τους
Προς το παρόν, ακόμα και αν η μισθολογική διαφάνεια είναι μια ατελής λύση, οι ειδικοί αισιοδοξούν πως η κίνηση της Καλιφόρνια θα επηρεάσει κι άλλους, μόνο και μόνο λόγω της πληθώρας των μεγάλων οργανισμών που βρίσκονται σε αυτή την Πολιτεία, όπως η Meta, η Alphabet και η The Walt Disney Company.
Οι αλλαγές που συμβαίνουν στην Καλιφόρνια και τη Νέα Υόρκη είναι σίγουρα επιδραστικές, αφού οι ειδικοί επισημαίνουν ότι «οτιδήποτε υιοθετείται ως εργασιακή πρακτική στον τεχνολογικό κλάδο στην Καλιφόρνια ή στον τραπεζικό τομέα στη Νέα Υόρκη, γίνεται νόρμα διεθνώς». Ακόμα και επιχειρήσεις που δεν υποχρεούνται να δημοσιοποιήσουν τα στοιχεία τους, αναπόφευκτα θα νιώσουν την πίεση να το κάνουν, εάν θέλουν να προσελκύσουν εργαζόμενους ταλέντα.
Σε μια αγορά εργασίας στην οποία η προσφορά θέσεων παραμένει σε υψηλά επίπεδα ρεκόρ, ο ανταγωνισμός για ταλέντα είναι σκληρός. Εάν ψηφιστεί ο νόμος στη Νέα Υόρκη, περίπου το ένα τέταρτο του πληθυσμού των ΗΠΑ θα ζει σε Πολιτείες με κάποιου είδους υποχρέωση δημοσιοποίησης μισθολογικών στοιχείων. Εάν οι εταιρίες δεν παρέχουν την πληροφορία που υπάλληλοι και υποψήφιοι εργαζόμενοι θα περιμένουν από αυτές, εκείνοι ίσως θα αναρωτιούνται τι προσπαθούν να κρύψουν.
Η επόμενη γενιά εργαζόμενων απαιτεί όλο και περισσότερη διαφάνεια στην αγορά εργασίας.
Πηγή: BBC