Θεσμικοί και μεμονωμένοι επενδυτές έχουν πειστεί για την αποδοτικότητα των πράσινων στρατηγικών αλλά η έλλειψη καθολικών προτύπων και ίσως πιο «ψαγμένων» εργαλείων που να επιτρέπουν τη σύνδεση του χρηματοπιστωτικού συστήματος με τα πολλαπλά κριτήρια βιωσιμότητας αποτελούν τροχοπέδη για την βιώσιμη ανάπτυξη.
Μια πρόσφατη έρευνα που πραγματοποίησε η Accenture, διαπιστώθηκε ότι το 59% των επενδυτών που συνεργάζονται με οικονομικούς συμβούλους έδειξαν ενδιαφέρον για την ενσωμάτωση κριτηρίων ESG ή αλλιώς για τις κοινωνικά υπεύθυνες επενδύσεις ενώ το 84% σχεδίαζε να τοποθετήσει κεφάλαια σε τέτοιου είδους επενδύσεις το επόμενο έτος.
Στις ΗΠΑ, οι περισσότερες επενδύσεις που λαμβάνουν υπόψη τα κριτήρια ESG γίνονται από θεσμικούς επενδυτές (συνταξιοδοτικά, ασφαλιστικά ταμεία και εκπαιδευτικά ιδρύματα). Ωστόσο, οι μεμονωμένες επενδύσεις ESG αυξάνονται, σύμφωνα με το Φόρουμ για Βιώσιμες και Υπεύθυνες Επενδύσεις ή την αμερικανική SIF, μια μη κερδοσκοπική εταιρεία που παρακολουθεί το συγκεκριμένο κλάδο.
Τα αποτελέσματα και οι προοπτικές έχουν πλέον αρχίσει να αποτυπώνονται σε νούμερα και αυτό αποτελεί άλλο ένα ενθαρρυντικό στοιχείο για τους επενδυτές. Οι ειδικοί της McKinsey επικαλούνται περισσότερες από 2.000 ακαδημαϊκές μελέτες που κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι καλύτερες βαθμολογίες ESG μεταφράζονται σε περίπου 10% χαμηλότερο κόστος κεφαλαίου. Αυτό συσχετίζεται με χαμηλότερους κανονιστικούς, περιβαλλοντικούς και δικαστικούς κινδύνους που σχετίζονται με εταιρείες με υψηλή βαθμολογία ESG. Ακόμη, η λογοδοσία για τη βιωσιμότητα αυξάνεται ραγδαία. Σύμφωνα με την Survey of Sustainability Reporting που δημοσίευση η KPMG για το 2020 διαπίστωσε ότι υπήρχε ποσοστό αναφοράς βιωσιμότητας 96% για τις εταιρείες G250, τις μεγαλύτερες 250 εταιρείες στον κόσμο. Μάλιστα, στον τομέα του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, το ποσοστό ήταν 100% για τις εταιρείες G250. Αλλά και οι μεμονωμένοι επενδυτές εκφράζουν αυξημένο ενδιαφέρον για επενδύσεις περιβαλλοντικής, κοινωνικής και εταιρικής διακυβέρνησης ή ESG.Τα περιουσιακά στοιχεία ESG που κατέχουν μεμονωμένοι επενδυτές αυξήθηκαν κατά 50% από το 2018 έως το 2020.
Στο πλαίσιο αυτό, οι πράσινες εκδόσεις ομολογιακών δανείων αποτελούν μια ισχυρή τάση η οποία αναμένεται να ενισχυθεί μελλοντικά. Τα πράσινα ομόλογα χρησιμοποιούνται ήδη για την άντληση χρηματοδότησης σε τομείς όπως η παραγωγή και διανομή ενέργειας, τα κτίρια αλλά κα τις υποδομές μεταφοράς. Για την περαιτέρω ανάπτυξή τους η ΕΕ προτείνει το EUGBS, ένα εθελοντικό ευρωπαϊκό πρότυπο πράσινων ομολόγων με στόχο να αποτελέσει σημείο αναφοράς για τον τρόπο με τον οποίο οι επιχειρήσεις και οι δημόσιες αρχές μπορούν να εκδίδουν πράσινα ομόλογα για την άντληση κεφαλαίων από τις κεφαλαιαγορές με σκοπό τη χρηματοδότηση φιλόδοξων επενδύσεων, τηρώντας παράλληλα αυστηρές απαιτήσεις βιωσιμότητας και προστασίας των επενδυτών έναντι του greenwashing.
To στοίχημα της καθολικής αποδοχής
Το EUGBS που προωθεί η ΕΕ για όλους τους εκδότες (ιδιωτικούς και κρατικούς) με σκοπό να συμβάλει στη χρηματοδότηση βιώσιμων επενδύσεων ίσως να μην επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα όπως αναφέρει η Fitch Ratings.
Όπως εκτιμά ο αμερικανικός οίκος ο προτεινόμενος κανονισμός που δημοσιεύθηκε τον Ιούλιο του 2021 είναι απίθανο να καταστεί παγκόσμιο «χρυσό πρότυπο» και να προκαλέσει ουσιαστικό μετασχηματισμό της παγκόσμιας αγοράς πράσινων ομολόγων. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι προτάσεις είναι επικεντρωμένες στην ΕΕ (τα κεφάλαια που θα συγκεντρωθούν θα πρέπει να χρηματοδοτήσουν επενδύσεις που συμμορφώνονται με την ταξινόμηση της ΕΕ) και στο ότι σε πολλές διευθετήσεις έχουν ήδη εισαχθεί πράσινες ταξινομίες που δεν είναι ευθυγραμμισμένες με τα πρότυπα και τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται στην ΕΕ. Ελλείψει «κοινού τόπου» μια παγκόσμιας περιβαλλοντικής ταξινόμησης ή μιας οριστικής χαρτογράφησης ή ευθυγράμμισης, οι παγκόσμιοι εκδότες ενδέχεται να είναι απρόθυμοι να υιοθετήσουν αυτά τα πρότυπα.
Η έλλειψη ευθυγράμμισης της ταξινόμησης και οι σχετικές πράσινες ετικέτες αντιπροσωπεύουν έναν κατακερματισμό των πλαισίων που αναμφισβήτητα εμποδίζει τις πράσινες χρηματοδοτικές ροές.
Στο παιχνίδι μπαίνει και η βιοποικιλότητα
Αν και πρώτες στη λίστα των κριτηρίων που εξετάζουν οι επενδυτές βρίσκονται η κλιματική αλλαγή και η φυλετική δικαιοσύνη, το ενδιαφέρον αρχίζει να στρέφεται και σε παραμέτρους που δεν συνδέονται εκ πρώτης όψεως με τον οικονομικό παράγοντα.
Ένα τέτοιο είναι η απώλεια βιοποικιλότητας, η οποία αν και είναι στενά συνδεδεμένη με το χρηματοπιστωτικό σύστημα, τόσο υπό το πρίσμα των επιπτώσεων των επιχειρήσεων στη φύση όσο και ως προς την εξάρτησή τους από αυτήν δεν είχε ενταχθεί μέχρι στιγμής στην ατζέντα πολλών επενδυτών. Αυτό συνέβη επειδή υπάρχουν πολλά εμπόδια στην αντιμετώπιση των παραγόντων που οδηγούν στην απώλεια της βιοποικιλότητας, συμπεριλαμβανομένης της κυριαρχίας των ιδιωτικών εταιρειών στις αλυσίδες εφοδιασμού τροφίμων και μαλακών εμπορευμάτων και της απροθυμίας των επενδυτών να επηρεάσουν τις πολιτικές αποφάσεις.
Ένας δεύτερος λόγος είναι ότι ο άμεσος πιστωτικός αντίκτυπος της απώλειας βιοποικιλότητας είναι περιορισμένος, εν μέρει λόγω της πολυπλοκότητας των σχέσεων μεταξύ των απωλειών που καταγράφονται στη φύση και του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Ωστόσο, δεδομένου ότι ο αντίκτυπος αυτός αναμένεται να αυξηθεί, οι ρυθμιστικές αρχές, αυξάνουν την εστίασή τους στον αγροτικό τομέα και διαχειρίζονται τους κινδύνους της αλυσίδας εφοδιασμού που πηγάζουν από την απώλεια της βιοποικιλότητας και την αποψίλωση των τροπικών δασών, με το ρυθμιστικό βάρος να κατευθύνεται σε μεγάλο βαθμό στους αγοραστές των προϊόντων που συνδέονται με την αποψίλωση και την απώλεια της βιοποικιλότητας.
Μέχρι στιγμής, οι μηχανισμοί που έχουν στη διάθεσή τους οι επενδυτές να επηρεάσουν τη βιοποικιλότητα είναι πιο περιορισμένοι απ 'ό, τι οι αντίστοιχοι που χρησιμοποιούν για το μετριασμό κινδύνων όπως είναι η κλιματική αλλαγή αλλά τα νέα χρηματοδοτικά μέσα που υιοθετούνται σε επίπεδο ΕΕ και αλλού θα μπορούσαν να υποδείξουν τρόπους παροχής κινήτρων σε κρατικές και ιδιωτικές εταιρείες για να περιορίσουν τις απώλειες βιοποικιλότητας.
Αυτή τη θέση υποστηρίζει και η Fitch Ratings σε πρόσφατή έκθεσή της η οποία ωστόσο σημειώνει ότι παρά τα εμπόδια, οι επενδυτές τελικά λαμβάνουν σταδιακά υπ’ όψιν και την βιοποικιλότητα.
Οι χώρες που αναπτύσσουν δραστηριότητες που επιβαρύνουν τη βιοποικιλότητα και συμβάλουν στην αποψίλωση εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις εξαγωγές βασικών προϊόντων από τα οποία αποκομίζουν κρατικά έσοδα. Αυτό είναι πιθανό να ενταθεί από την αύξηση του δημόσιου και εταιρικού χρέους λόγω της πανδημίας Covid-19. Παρ 'όλα αυτά, υπάρχει αυξανόμενο ενδιαφέρον για τα ομόλογα Nature Performance και τα κρατικά ομόλογα που θα συμβάλουν στην αντιμετώπιση των διπλών προκλήσεων της προστασίας της φύσης και της συσσώρευσης των χρεών, και πολλοί μεγάλοι κρατικοί εκδότες σχεδιάζουν να εκδώσουν τα πρώτα τους ομόλογα συνδέοντας τα επιτόκια με καθορισμένες επιδόσεις ως προς την βιοποικιλότητα.
Πηγή: insider.gr (Πένη Χαλάτση)