Λιθουανοί επιστήμονες ανέπτυξαν μια καινοτόμο μέθοδο επαναχρησιμοποίησης των αποτσίγαρων για την παραγωγή βιοντίζελ. Η καινοτομία αυτή θα μπορούσε να μειώσει σημαντικά το κόστος παραγωγής αλλά και τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Σύμφωνα με μια μελέτη του 2018, τα αποτσίγαρα αποτελούν την κυριότερη πηγή θαλάσσιας ρύπανσης.
.
Το βιοντίζελ θεωρείται μια πολλά υποσχόμενη λύση στην αναζήτηση καθαρότερων εναλλακτικών λύσεων οι οποίες θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τα ορυκτά καύσιμα. Προερχόμενο από φυτικά έλαια ή ζωικά λίπη, το βιοντίζελ διασπάται έως και τέσσερις φορές ταχύτερα από το πετρελαϊκό ντίζελ και αποτελεί μια μη τοξική εναλλακτική λύση.
Ωστόσο, το υψηλό κόστος παραγωγής του και η πιθανή ρύπανση από τις πηγές βιομάζας έχουν καθυστερήσει την ευρεία χρήση του. Για να αντιμετωπίσουν αυτές τις προκλήσεις, οι ερευνητές του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου του Κάουνας (KTU) και του Λιθουανικού Ινστιτούτου Ενέργειας (LEI) ενσωμάτωσαν στη διαδικασία παραγωγής ένα υποπροϊόν της ανακύκλωσης των αποτσίγαρων, την τριακετίνη.
«Η τριακετίνη, μια βασική ένωση που χρησιμοποιείται στην παραγωγή βιοντίζελ, υπάρχει σε αφθονία στα φίλτρα των τσιγάρων», εξηγεί ο Σάμι Γούσεφ, επικεφαλής ερευνητής στη Σχολή Μηχανολόγων Μηχανικών και Σχεδιασμού του KTU.
Οι επιστήμονες διεξήγαγαν πειράματα χρησιμοποιώντας πυρόλυση – μια διαδικασία θερμικής αποσύνθεσης- για να εξάγουν πολύτιμα συστατικά από τα αποτσίγαρα. Η διαδικασία, η οποία διεξήχθη σε διαφορετικές θερμοκρασίες, απέδωσε λάδι, κάρβουνο και αέριο, με την περιεκτικότητα σε λάδι να είναι ιδιαίτερα πλούσια σε τριακετίνη.
Αυτή η καινοτόμος μέθοδος αντιμετωπίζει τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των αποτσίγαρων και αξιοποιεί τα συστατικά τους για πρακτικές εφαρμογές. Ο πορώδης άνθρακας, ο οποίος είναι εμπλουτισμένος με ασβέστιο, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε λιπάσματα, στην επεξεργασία λυμάτων και σε εφαρμογές αποθήκευσης ενέργειας. Εν τω μεταξύ, το αέριο που εξάγεται μπορεί να αποτελέσει πηγή ενέργειας, συμβάλλοντας στη βιώσιμη παραγωγή ενέργειας.