Οι επικεφαλής των κυβερνήσεων συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν τις συνέπειες της παγκόσμιας πανδημίας, των γεωπολιτικών προβλημάτων και της ενεργειακής κρίσης, σύμφωνα με τη μελέτη «The Future of Government & Public Sector» της KPMG.
.
Η μελέτη ανέδειξε μερικές σημαντικές τάσεις και κατέληξε σε συγκεκριμένα συμπεράσματα για το μέλλον του δημοσίου τομέα. Συγκεκριμένα, το ποσοστό δημοσίων δαπανών ανέρχεται περίπου στο 40% του ΑΕΠ για τις αναπτυγμένες χώρες. Το 90% των πολιτών αυτών των χωρών πιστεύουν ότι η παροχή δημόσιων υπηρεσιών πρέπει να είναι ιδίου ή και ανώτερου επιπέδου από τις αντίστοιχες ιδιωτικές υπηρεσίες, ενώ μόλις το 29% των κυβερνήσεων παρουσιάζει και εφαρμόζει μία ξεκάθαρη ψηφιακή στρατηγική.
Επίσης, στην ανωτέρω μελέτη αναλύονται οι κυριότερες προκλήσεις των κυβερνήσεων για τη χάραξη δημόσιας πολιτικής, οι οποίες είναι: ο εκσυγχρονισμός της κυβέρνησης με τη χρήση ανεπτυγμένων ψηφιακών συστημάτων, η βελτίωση της εμπειρίας των πολιτών-χρηστών των δημοσίων υπηρεσιών, η χαμηλή οικονομική ανάπτυξη και ο υψηλός πληθωρισμός, η πανδημία της COVID-19, η ενεργειακή κρίση, οι γεωπολιτικές αναταράξεις και η κλιματική αλλαγή.
Ο Γεώργιος Ραουνάς, Partner, Consulting KPMG στην Ελλάδα, με αφορμή τα αποτελέσματα της μελέτης σχολίασε: «Ο δημόσιος τομέας στην Ελλάδα, παρά τη μεγάλη βελτίωση που παρουσιάζει αναφορικά με την προσαρμογή του στην ψηφιακή εποχή για την εξυπηρέτηση επιχειρήσεων και πολιτών, πρέπει να επιταχύνει τις παρεμβάσεις του για να ανταποκριθεί στις αυξημένες προσδοκίες των "πελατών" του».
Σύμφωνα με τη μελέτη, με σκοπό την υλοποίηση των έργων μετασχηματισμού του Δημοσίου Τομέα, η Ελλάδα δύναται να αξιοποιήσει διαθέσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία, όπως ενδεικτικά:
- Το Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Αναφοράς (ΕΣΠΑ): 26,2 δισ. ευρώ (εκ των οποίων 21 δισ. ευρώ προέρχονται από το ΠΔΠ και 5,1 δισ. ευρώ από εθνικούς πόρους)
- Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ): 31 δισ. ευρώ συνολικά (εκ των οποίων 18 δισ. ευρώ οι επιχορηγήσεις και 13 δισ. ευρώ τα δάνεια), για την υλοποίηση του Σχεδίου Ανάκαμψης Ελλάδα 2.0
- Το DG Reform/ Εργαλείο Τεχνικής Υποστήριξης (TSI): 864 εκατ. ευρώ, με σκοπό την παροχή τεχνικής υποστήριξης κατά την εκπόνηση των Εθνικών Σχεδίων Ανάκαμψης (RRPs) των κρατών μελών της ΕΕ, ώστε να διασφαλιστεί η ένταξή τους στο RRF.