ESG+Stories

Καταλυτικός παράγοντας διαμόρφωσης του νέου τοπίου στα καύσιμα ο Κλιματικός Νόμος

Γιάννης Αληγιζάκης ,Προέδρος του ΣΕΕΠΕ
Καταλυτικός παράγοντας διαμόρφωσης του νέου τοπίου στα καύσιμα ο Κλιματικός Νόμος

Επί 2 σχεδόν χρόνια, η πανδημία δημιούργησε ένα συνδυασμό αμφίπλευρων αρνητικών σοκ στη συνολική προσφορά και ζήτηση, που είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία μίας βαθιάς και απότομης ύφεσης στο σύνολο της οικονομίας. Μία κρίση με πολύ μεγαλύτερη ένταση και διαφορετικά χαρακτηριστικά από την οικονομική κρίση που βιώσαμε την προηγούμενη δεκαετία.

Παρά το γεγονός ότι αναμφισβήτητα, το 2021 ήταν για την ελληνική οικονομία μια χρονιά δύσκολη με κύρια χαρακτηριστικά την αβεβαιότητα και την ρευστότητα, η χώρα μας από τα μέσα του 2021 ανακάμπτει.

Παρά τις αλλεπάλληλες και πολυεπίπεδες κρίσεις, με τις οποίες ήρθε αντιμέτωπη η Ελλάδα - υγειονομική, ενεργειακή, κλιματική και γεωπολιτική κρίση – η ελληνική οικονομία, επιδεικνύοντας προσαρμοστικότητα και ανοχή, κάλυψε ένα μεγάλο τμήμα των απωλειών του 2020 λόγω της πανδημίας.

Το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 8,3%, αντισταθμίζοντας πλήρως την πτώση κατά 9% το 2020.

Η ίδια ρευστότητα επικράτησε καθ’ όλη τη διάρκεια του 2021 στην ενεργειακή αγορά, η οποία προσδιορίσθηκε από παράγοντες που επηρέασαν με διαφορετικούς τρόπους, την ανάπτυξη της αγοράς καυσίμων.

Η επιδείνωση της πανδημίας με την εμφάνιση του δεύτερου κύματος στο πρώτο τρίμηνο, και η ενεργειακή κρίση που από τον Σεπτέμβριο πλήττει κατά κύριο λόγο την Ευρώπη, αναμφίβολα επηρέασαν την πορεία της ελληνικής αγοράς.

Αντίθετα, η αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας, η επανεκκίνηση της αγοράς με την άρση των περιοριστικών μέτρων τον Απρίλιο, αλλά και η θετικότερη, του αναμενόμενου, πορεία του τουρισμού ήταν τα στοιχεία που λειτούργησαν θετικά στην πορεία της.

Η εσωτερική αγορά καυσίμων έκλεισε το 2021 με θετικό πρόσημο 2%, καλύπτοντας μόνο ένα μικρό τμήμα των απωλειών του 2020 που είχε υποχωρήσει κατά -8%, σε σχέση με το 2019.

Το 2022 ξεκίνησε με την αγορά να εμφανίζει τάσεις ισχυρής ανάκαμψης, εξέλιξη που δημιουργούσε την αισιοδοξία ότι θα αντισταθμισθούν όλες οι απώλειες που καταγράφηκαν το 2020.

Δυστυχώς, η έναρξη του πολέμου, τον Φεβρουάριο, στην Ουκρανία «παγιώνει» τους κινδύνους για την πορεία του πληθωρισμού, τροφοδοτεί έντονες πληθωριστικές προσδοκίες και επηρεάζει αρνητικά τις καταναλωτικές και επενδυτικές αποφάσεις.

Αποτέλεσμα, η επιβράδυνση σήμερα της αναπτυξιακής δυναμικής που εμφάνιζε η οικονομία τον Ιανουάριο.

Κύριος στόχος της Εθνικής Οικονομικής Πολιτικής για το 2022 πρέπει να είναι η διατήρηση της ανάπτυξης. Η Ελληνική Οικονομία προβλέπεται το 2022 να συνεχίσει να αναπτύσσεται, αλλά με χαμηλότερους ρυθμούς από την αρχική πρόβλεψη του 4,8%.

Υπάρχει πλέον μεγάλη αβεβαιότητα και ανησυχία για τη διάρκεια της κρίσης και τις επιπτώσεις της στην ελληνική οικονομία. Οι σημερινές εκτιμήσεις περιορίζουν πλέον την ετήσια ανάπτυξη μεταξύ του 2,8% και του 3,5%.

Όμως, τελικά αυτό σε ένα μεγάλο βαθμό θα εξαρτηθεί από τις διεθνείς τιμές στο ηλεκτρικό ρεύμα, στο φυσικό αέριο και στο πετρέλαιο.

Τα στοιχεία δεν είναι αισιόδοξα.

Η άνοδος της τιμής των υδρογονανθράκων που παρακολουθούμε για περισσότερο από 6 μήνες, και η οποία εντάθηκε από τον πόλεμο στην Ουκρανία, αναβίωσε μνήμες από τις ενεργειακές κρίσεις του 1970.

Η τιμή του ευρωπαϊκού φυσικού αερίου αναφοράς του ολλανδικού TTF εκτινάχθηκε από τα 76 ευρώ στα 340 ευρώ ανά MWh, για να αρχίσει να αποκλιμακώνεται τους 2 τελευταίους μήνες, παραμένοντας όμως σε πολύ υψηλά επίπεδα.

Η τιμή του Brent αυξήθηκε από τα 96 δολ./ βαρέλι στα 130 δολ. σε μια πολύ μικρή χρονική περίοδο, από τα μέσα Φεβρουαρίου έως στις αρχές Μαρτίου. Μια αύξηση 30%, πριν υποχωρήσει και σταθεροποιηθεί στα επίπεδα μεταξύ 105 δολ. και 110 δολ. ανά βαρέλι.

Η Ευρώπη και φυσικά και η χώρα μας βρίσκονται ενώπιον μιας πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης και ενός πολέμου, του οποίου δεν γνωρίζουμε την έκβαση και τη διάρκεια. Είναι όμως δεδομένο ότι οι συνέπειες θα είναι μεγαλύτερες για την Ευρώπη και την Ελλάδα.

Και αυτό θα έχει σαν αποτέλεσμα να ανασταλούν τα προγράμματα και οι δεσμεύσεις των κυβερνήσεων, καθώς έρχονται στο προσκήνιο νέες προτεραιότητες που έχουν να κάνουν με την αντιμετώπιση της ακρίβειας και την ενίσχυση της ασφάλειας.

Ο πληθωρισμός που τον Μάιο κυμαίνεται στο 10%, με τις τιμές στις πρώτες ύλες να «κάνουν άλματα», τις αυξήσεις των ναύλων στις μεταφορές να τροφοδοτούν την ακρίβεια και την απομείωση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών  να αποτελούν τα μεγαλύτερα εμπόδια στην ανάπτυξη της χώρας μας.

Όμως, υπάρχουν, παράλληλα, και αντίρροπες δυνάμεις που αναμένεται να λειτουργήσουν αντισταθμιστικά και να μειώσουν σε μεγάλο βαθμό τις όποιες αρνητικές επιπτώσεις.

Η άρση των περιορισμών στις εγχώριες και διεθνείς μετακινήσεις που συνδέονται με την πανδημία, η έναρξη των επενδυτικών έργων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης, καθώς και η βελτίωση της απασχόλησης μπορεί υπό προϋποθέσεις, που αφορούν τη σύντομη λήξη του πολέμου, να οδηγήσουν την αγορά -παρά τα προβλήματα που επεσήμανα- σε μια θετική πορεία το 2022.

Ιδιαίτερα, η έλευση τα επόμενα έτη σημαντικών πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αποτελούν μια ευκαιρία ιστορικών διαστάσεων, προκειμένου να κατευθυνθεί η ελληνική οικονομία σε ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο που θα της εξασφαλίσει διαρκή και διατηρήσιμη ώθηση για τις επόμενες δεκαετίες. 

Πέραν όμως των βραχυπρόθεσμων συνεπειών που έχει επιφέρει στην αγορά η ενεργειακή κρίση, έχει δημιουργήσει νέες συνθήκες που αφορούν τον ενεργειακό σχεδιασμό της Ευρώπης και οι οποίες αναμένεται να επηρεάσουν μεσομακροπρόθεσμα την αγορά των καυσίμων. Καταλυτικός παράγοντας διαμόρφωσης του νέου τοπίου θα είναι ο Κλιματικός Νόμος.

Σε αυτήν τη διαδρομή, η δέσμη των μέτρων πρέπει να διέπεται από κανόνες.

Κανόνες που δεν θα επιτρέπουν αποκλεισμούς σε νέες τεχνολογίες.

Τα καύσιμα χαμηλού ανθρακικού αποτυπώματος, το υδρογόνο και τα συνθετικά καύσιμα, μπορούν να αποτελέσουν εναλλακτικές λύσεις, παράλληλα με την ηλεκτροκίνηση και το φυσικό αέριο.

Κανόνες που θα διασφαλίζουν την αποφυγή κινδύνων, γύρω από την ενεργειακή εξάρτηση της Ελλάδος και κανόνες που θα αξιολογούν σωστά τα χρονοδιαγράμματα. 

Κανόνες που δεν θα επιβαρύνουν υπέρμετρα τον καταναλωτή, του οποίου οι αντοχές μετά από τις διαφορετικές κρίσεις, είναι περιορισμένες, ώστε να αποφύγουμε τον κίνδυνο της  ενεργειακής φτώχειας.

Κανόνες που θα λαμβάνουν υπ’ όψιν τις υπάρχουσες υποδομές της χώρας, τη δυνατότητα ανάπτυξης νέων και τις δημοσιονομικές δυνατότητες και αντοχές της οικονομίας, προκειμένου να υλοποιήσουμε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα τεράστιες επενδύσεις, που αφορούν τις νέες υποδομές και τον εκσυγχρονισμό των υπαρχουσών.

Κανόνες που θα λαμβάνουν υπ’ όψιν τη βιωσιμότητα του Κλάδου, αλλά ταυτόχρονα θα ευθυγραμμίζονται με το σκεπτικό μιας πραγματικά δίκαιης και ομαλής μετάβασης.

Ο ΣΕΕΠΕ και όλες οι Εταιρίες Εμπορίας Πετρελαιοειδών είμαστε μέρος της εξίσωσης και όχι του προβλήματος.

Στο μέλλον εμείς μπορούμε να είμαστε και θα είμαστε οι φορείς που θα διευκολύνουν, αλλά κυρίως θα υλοποιήσουν την πράσινη μετάβαση, αξιοποιώντας τα δίκτυά μας και διαφοροποιώντας το ενεργειακό μίγμα των καυσίμων που προσφέρουμε.

Πρέπει να γίνει σαφές στην Πολιτεία ότι θα είμαστε οι σύμμαχοί της προς ένα κοινό βιώσιμο μέλλον.

ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ